Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας
Ενδιαφέροντα

Πού πάνε τα ελληνικά του 21ου αιώνα;

Μπορεί η ελληνική γλώσσα να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ζωής σήμερα; Γλωσσολόγοι και μεταφραστές τοποθετήθηκαν τις εβδομάδες που πέρασαν στο ερώτημα που έθεσε «Το Βήμα»

Mπορεί η ελληνική γλώσσα να ανταποκριθεί στις νέες έννοιες, στα νέα αντικείμενα, στις νέες πραγματικότητες του 21ου αιώνα – και μάλιστα με την αμεσότητα και την ταχύτητα που απαιτεί η ανάγκη επικοινωνίας σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο; Ηταν ένα ερώτημα που θέσαμε σε πεπειραμένους μεταφραστές και μεταφράστριες από τρεις μεγάλες ευρωπαϊκές γλώσσες – Μαργαρίτα Ζαχαριάδου (αγγλικά), Ρίτα Κολαΐτη (γαλλικά), Κώστα Κοσμά (γερμανικά) – και σε τέσσερις καθηγητές γλωσσολογίας με εμπειρία στην έκδοση λεξικών και στη συγκρότηση σωμάτων κειμένων – Διονύση Γούτσο (Σώμα Ελληνικών Κειμένων), Γεώργιο Μπαμπινιώτη (λεξικά Κέντρου Λεξικολογίας), Γιώργο Παπαναστασίου (λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη), Χριστόφορο Χαραλαμπάκη (Χρηστικό Λεξικό Ακαδημίας Αθηνών). Από την Κυριακή 4 Αυγούστου και μέχρι την περασμένη Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου, περνώντας ο ένας τη σκυτάλη στον άλλον, μας έδωσαν μια καλειδοσκοπική εικόνα των παραμέτρων του ερωτήματος σε μια συζήτηση που παραμένει ανοιχτή.

Συμπερασματικά, όλοι συμφώνησαν ότι νεολογισμοί και λέξεις που δανειζόμαστε από άλλες γλώσσες μαζί με ξενόφερτα αντικείμενα και έννοιες αποτελούν πλούτο και ένδειξη δύναμης της Ελληνικής και την κρατούν ζωντανή, δίνοντας αρκετά παραδείγματα από δάνεια του παρελθόντος τόσο στην καθημερινή όσο και στη λογοτεχνική γλώσσα (Χαραλαμπάκης, Κολαΐτη). Υπήρξαν στιγμές που η συζήτηση διολίσθησε σε γνωστά και παλιά θέματα και φόβους, αλλά είχαμε τη διαβεβαίωση ότι κίνδυνος ριζικής αλλοίωσης της γλώσσας από τη χρήση ξένων λέξεων δεν υπάρχει (Χαραλαμπάκης), ούτε κίνδυνος να εξαφανιστεί η Ελληνική από τον παγκόσμιο γλωσσικό χάρτη (Παπαναστασίου).

Ομοιογενοποίηση και διεθνοποίηση

Φαίνεται όμως να διαγράφεται αφενός μια τάση «ομοιογενοποίησης» του νεοελληνικού λόγου, καθώς οι ομιλητές των νεοελληνικών διαλέκτων μειώνονται συνεχώς χρόνο με τον χρόνο (Παπαναστασίου). Ταυτόχρονα εντοπίστηκε μια τάση «διεθνοποίησης» των γλωσσών, όχι μόνο στον λόγο της καθημερινής επικοινωνίας αλλά και στον λόγο της λογοτεχνίας (Κολαΐτη), καθώς σε αρκετές περιπτώσεις τα ξενόφερτα αντικείμενα, ήθη και λέξεις, κυρίως οι αμερικανόφερτες, αποδεικνύονται πολύ ανθεκτικά, όχι μόνο στην ελληνική αλλά και σε άλλες γλώσσες. Πράγμα που δεν είναι ασύνδετο με την οικονομική, πολιτική και πολιτισμική ηγεμονία των ΗΠΑ. Αν κάποτε οι (αρχαίοι) Ελληνες είχαν μια ανάλογη θέση, με την Ελληνική να επιβάλλεται στον τότε δυτικό κόσμο – γι’ αυτό και οι Αγγλοσάξονες όταν αργότερα αναζητούσαν λέξη για να αποδώσουν μια νέα έννοια έλεγαν «The Greeks must have a word for it» -, τώρα επιβάλλονται οι Αμερικάνοι, και η δική τους γλώσσα.

Δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κανείς με την άποψη ότι «πλούσια είναι η γλώσσα που ανταποκρίνεται διαρκώς, άμεσα και με τις περισσότερες δυνατές αποχρώσεις σε όλα τα ερεθίσματα της ζωής, υλικά και πνευματικά, που παράγει πολιτισμό και ταυτόχρονα τον μεταφράζει, που έχει την ευλυγισία ώστε να σχηματίζει με οικονομία πολυσύνθετες εικόνες ή έννοιες» και ότι οι αγγλικές λέξεις «συχνότατα μονοσύλλαβες, αποτελούν εξαιρετικά εύχρηστα δομικά υλικά», βλέπε για παράδειγμα το «car» απέναντι στο πεντασύλλαβο «αυτοκίνητο» ή το «man» απέναντι στο τρισύλλαβο «άνθρωπος» (Ζαχαριάδου). Τι κάνουμε λοιπόν με τις νέες ανακαλύψεις, αντικείμενα και καταστάσεις, που γεννιούνται κάπου μακριά από την Ελλάδα και φτάνουν σ’ εμάς με τη διαμεσολάβηση άλλων γλωσσών;

Μια άποψη ήταν ότι δεν είναι πάντοτε απαραίτητο να τους δώσουμε ένα όνομα, να τις «λεξικοποιήσουμε», διότι υπάρχουν στη γλώσσα «δομικές προτιμήσεις που επιβάλλουν τις λεξικές μας επιλογές» – για παράδειγμα στην Ελληνική δεν υποχρεωνόμαστε να δηλώσουμε αν τα δάχτυλα είναι των χεριών ή των ποδιών, ενώ στην Αγγλική πρέπει να επιλέξουμε ανάμεσα σε fingers και toes. Κάπως έτσι «διαμορφώνεται ένας γενικός χαρακτήρας της γλώσσας προς σημασίες που εξαρτώνται περισσότερο από το περικείμενο ή προς εκείνες που είναι εν πολλοίς ανεξάρτητες από αυτό» (Γούτσος).

Για τις ξενόφερτες λέξεις προτάθηκε (Μπαμπινιώτης) να μιλάμε όσο και όπου μπορούμε Ελληνικά. Πράγματι, το εικονική πραγματικότητα έχει επικρατήσει πλέον του βίρτσουαλ, αλλά θα λέγαμε ότι είναι αμφίβολο αν το φορητό έγγραφο θα αντικαταστήσει το pdf, το βραχυμήνυμα το twit και ο εντοπιστής ή ανευρετής θέσεως το GPS, όπως το συμπαγής ψηφιακός δίσκος δεν μπόρεσε να εκτοπίσει το CD και η τηλεομοιοτυπία επικράτησε του fax μόνο στα έντυπα της κρατικής γραφειοκρατίας.

Νέες θεωρητικές και κοινωνικές πραγματικότητες, όπως αυτή του βιολογικού και του κοινωνικού και του ρευστού φύλου, επιβάλλουν έναν «διαφοροποιημένο», ποικιλόμορφο, πλουραλιστικό λόγο που να τις εκφράζει, έναν λόγο που ήδη υιοθετείται από άλλες γλώσσες και άλλες χώρες ακόμη και στη δημόσια διοίκηση, και μας δόθηκε το παράδειγμα της Γερμανίας (Κοσμάς).

Ο καθοριστικός ρόλος της τεχνολογίας

Οι νέες τεχνολογίες, που στον αγγλόφωνο κόσμο αποκαλούνται ευρηματικά disruptive technologies (ανατρεπτικές, διασπαστικές, μετασχηματιστικές, επιλέγετε όποια απόδοση προτιμάτε), επηρεάζουν και το πεδίο της γλώσσας και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης φαίνεται πως καθορίζουν τις κυρίαρχες τάσεις στη γλώσσα (Γούτσος). Δεν έλειψαν βέβαια και οι προτάσεις για την παρέμβαση παραδοσιακών φορέων. Ετσι, για τους νεολογισμούς που χρειάζεται συχνά να επινοήσουμε, προτάθηκε η Ακαδημία Αθηνών να παρεμβαίνει «τόσο για τη συγκέντρωση των απαραίτητων γλωσσικών πόρων και εργαλείων (όπως σώματα κειμένων) όσο και με προτάσεις για έννοιες καίριας σημασίας που αναμένεται να κυριαρχήσουν στον δημόσιο διάλογο» (Γούτσος) και με τη «δημιουργία νεολογισμών καλά γλωσσικώς πλασμένων, ώστε να είναι κατά το δυνατόν εύκολα κατανοητοί, τους οποίους να προωθεί εν συνεχεία σε συνεργασία με την Πολιτεία (δημόσια διοίκηση, Εκπαίδευση, Μέσα ενημέρωσης κ.λπ.)» (Μπαμπινιώτης).

Εδώ όμως έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς αντιμετωπίζει εκδοτικά η λεξικογραφία αυτή την πληθώρα νέων λέξεων. «Στην έντυπη μορφή ενός λεξικού που θα συντασσόταν τώρα ίσως να διστάζαμε να συμπεριλάβουμε λέξεις που συνδέονται άμεσα με τρέχουσες διατροφικές-μαγειρικές και ενδυματολογικές συνήθειες -όπως καλώς δεν κατέγραψαν παλιότερα λεξικά λέξεις όπως Κομαντατούραυριανισμόςθατσερισμός, που η παρουσία τους στην ελληνική αποδείχθηκε, για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, πρόσκαιρη» (Παπαναστασίου). Πράγματι, ένα έντυπο λεξικό δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις καταιγιστική εμφάνιση νέων λέξεων στην εποχή μας. Ηρθε μάλλον ο καιρός να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε τα ψηφιακά εργαλεία, βάσεις δεδομένων, ηλεκτρονικά λεξικά, που θα καταγράψουν αυτόν τον, πρόσκαιρο έστω, γλωσσικό πλούτο για να τον θέσουν στη διάθεση των κοινωνιογλωσσολόγων που θα εξετάσουν πώς η γλώσσα μας καθρεφτίζει την κοινωνία μας, ποιες είναι οι δυνάμεις, οι αδυναμίες, οι ιδιαιτερότητές της.

tovima.gr

enloutrakio

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button