Αλεξάντερ Φλέμινγκ (1881 – 1955)
Ο βιολόγος Αλεξάντερ Φλέμινγκ (Alexander Fleming) γεννήθηκε στις 6 Αυγούστου του 1881, σ’ ένα μικρό αγρόκτημα του Λόκφιλντ της Σκοτίας. Ήταν το τρίτο από τα επτά παιδιά της οικογένειας.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος μεταξύ της Μ. Βρετανίας και της Αγγλίας, ο Φλέμιγκ κατατάχθηκε στο ιατρικό σώμα του βασιλικού στρατού. Εργάστηκε για την ανάπτυξη μιας θεραπείας που θα μείωνε τους θανάτους στρατιωτών από τις διάφορες μολύνσεις, υποστηρίζοντας ότι τα αντισηπτικά δεν ήταν αρκετά αποτελεσματικά. Ωστόσο, το εγχείρημά του απορρίφθηκε, κυρίως λόγω έλλειψης κονδυλίων.
Μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Φλέμινγκ επέστρεψε στο νοσοκομείο «St. Mary» και στις 15 Σεπτεμβρίου του 1928 έκανε τυχαία τη μεγάλη ανακάλυψη. Λίγο πριν καταστρέψει έναν δοκιμαστικό σωλήνα με την καλλιέργεια κάποιων βακτηριδίων, παρατήρησε ότι είχε αναπτυχθεί ένα είδος μπλε μούχλας, που φάνηκε να είναι σε θέση να σκοτώσει τους επιβλαβείς μικροοργανισμούς. Μια σειρά πειραμάτων απέδειξε αργότερα τα συμπεράσματά του και οδήγησε στην ανακάλυψη της πενικιλίνης. Δυστυχώς, η έρευνά του έπρεπε να σταματήσει, καθώς δεν κατόρθωσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον της ιατρικής κοινότητας.
Το έργο του ολοκλήρωσαν άλλοι επιστήμονες στα τέλη της δεκαετίας του ’30, οπότε αμερικανικές και βρετανικές φαρμακοβιομηχανίες άρχισαν τη μαζική παραγωγή πενικιλίνης. Το νέο φάρμακο χρησιμοποιήθηκε ευρέως στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για την αντιμετώπιση πολλών μολύνσεων.
Όταν ο Φλέμινγκ βραβεύτηκε το 1945 με το Νόμπελ Ιατρικής δήλωσε ταπεινά: «Η φύση δημιούργησε την πενικιλίνη. Εγώ απλώς τη βρήκα». Στην πραγματικότητα, η ανακάλυψή του έφερε τα πάνω κάτω στη σύγχρονη ιατρική, αφού άνοιξε το δρόμο για τη δημιουργία πολλών αντιβιοτικών και την αντιμετώπιση δεκάδων ασθενειών.
Πέθανε, από καρδιακή προσβολή, στις 11 Μαρτίου του 1955.