Η ανάγκη του μωρού για μαμά…
Πόσο πραγματικά χρειάζεται ένα μωρό τη μητέρα του;
Κατά πόσο ισχύει αυτό που λένε «Μην το παίρνεις συνέχεια αγκαλιά, θα κακομάθει» ή «Άσ’ το να κλάψει λίγο, κακό δεν θα του κάνει»; Πόσο «κακό» κάνουν πραγματικά οι αγκαλιές στο μωρό και η άμεση ικανοποίηση των αναγκών τους; Ορισμένοι γονείς ανησυχούν ότι θα «κακομάθουν» το παιδί τους αν του δείχνουν ότι αποτελεί το επίκεντρο της προσοχής τους. Ωστόσο, άλλο είναι να εστιάζετε την προσοχή σας και άλλο να περιστρέφεται η ζωή σας γύρω από το παιδί σας.
Όλο και περισσότερες είναι οι έρευνες που τονίζουν τα μακροπρόθεσμα οφέλη του λεγόμενου Attachment Parenting για την ανατροφή των παιδιών κυρίως κατά τα 3 πρώτα έτη της ζωής του. Στόχος του είναι να αναπτύξει το παιδί ασφαλή προσκόλληση στον πρωτεύοντα φροντιστή που συνήθως είναι η μητέρα. Η ασφαλής αυτή προσκόλληση συμβάλλει στην ισορροπημένη και υγιή ψυχοσυναισθηματική εξέλιξη αλλά και την ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης των παιδιών. Το σημαντικό είναι να αναλύσουν οι γονείς τι είναι αυτό που επικοινωνεί το παιδί τους και να ανταποκριθούν αναλόγως. Τα μωρά δεν έχουν την ικανότητα να ηρεμήσουν από μόνα τους και γι’ αυτό χρειάζονται ήρεμους και στοργικούς γονείς να τους διδάξουν πώς να ρυθμίζουν τα συναισθήματά τους. Το στοργικό άγγιγμα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παιδιού για φυσική επαφή, αγάπη, ασφάλεια, διέγερση και κίνηση. Με τον ίδιο τρόπο, οι σφιχτές αγκαλιές, τα χάδια, το μασάζ και το σωματικό παιχνίδι είναι παράγοντες που βοηθούν στην εγκαθίδρυση της προσκόλλησης ανάμεσα στον γονέα και το μωρό.
Τα νήπια με ασφαλή προσκόλληση τείνουν να είναι υγιέστερα, να παρουσιάζουν λιγότερες εκρήξεις θυμού και να αναπτύσσουν «συνείδηση» νωρίτερα. Καθώς μεγαλώνουν, γίνονται πιο συνεργάσιμα με τους γονείς, τα πηγαίνουν καλύτερα με τους συνομηλίκους, μαθαίνουν πιο γρήγορα στο σχολείο, έχουν μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση και είναι πιο ευέλικτα και ανθεκτικά κάτω από συνθήκες πίεσης.
O Dr Sears, παιδίατρος, ένθερμος υποστηρικτής του Attachment Parenting και συγγραφέας αρκετών σχετικών βιβλίων, αναφέρεται στα 7 B’s, που μπορούν να βοηθήσουν στην ανάπτυξη της ασφαλούς προσκόλλησης:
- Birth bonding: Οι ημέρες και οι εβδομάδες μετά τη γέννηση αποτελούν μία ευαίσθητη περίοδο, κατά την οποία οι μητέρες και τα μωρά βρίσκονται διαρκώς μαζί. Η στενή προσκόλληση αμέσως μετά τη γέννηση και έπειτα, επιτρέπει τις φυσικές, βιολογικές και συμπεριφορές προσκόλλησης του παιδιού αλλά και τις διαισθητικές και βιολογικές ιδιότητες φροντίδας της μητέρας να ενωθούν/ συναντηθούν. Εφόσον δεν συντρέχουν λόγοι υγείας του φροντιστή ή αναγκαιότητα να επιστρέψει η μητέρα στη δουλειά, δεν αποχωριζόμαστε το παιδί τα 3 πρώτα έτη, και ξεκινάμε την κοινή μας ζωή από την στιγμή της γέννησής του και όχι από την ημέρα που επιστρέφουμε στο σπίτι από το μαιευτήριο.
- Breastfeeding: Θηλάζουμε το παιδί σύμφωνα με τις δικές του ανάγκες και απαιτήσεις τουλάχιστον κατά τα πρώτα δύο έτη. Ο θηλασμός βοηθάει τη μητέρα να διαβάσει τα σημάδια του μωρού της, τη γλώσσα του σώματός του και, έτσι, αρχίζει να το γνωρίζει.
- Baby wearing: Ένα μωρό μαθαίνει πολλά στα χέρια ενός πολυάσχολου φροντιστή. Τα παιδιά στο μάρσιπο είναι λιγότερο ανήσυχα και περνούν πολύ χρόνο σε κατάσταση ήσυχης εγρήγορσης, μια κατάσταση στην οποία μαθαίνουν πολλά σε σχέση με το περιβάλλον τους. Το «κουβάλημα» του μωρού βελτιώνει και την ευαισθησία των γονέων. Επειδή το μωρό είναι τόσο κοντά στη μητέρα, αυτή το μαθαίνει καλύτερα. Η εγγύτητα προάγει την οικειότητα.
- Bedding close to baby: Οι γονείς μοιράζονται το κρεβάτι τους με το παιδί ή έχουν την κούνια του κοντά/κολλητά στο δικό τους, ώστε να βρίσκονται κοντά του και κατά τη διάρκεια του ύπνου. Από τη στιγμή που οι νυχτερινές ώρες είναι τρομακτικές για τους μικρούς ανθρώπους, ο κοινός ύπνος ελαχιστοποιεί το άγχος του νυχτερινού αποχωρισμού και βοηθά το μωρό να μάθει ότι ο ύπνος είναι μια ευχάριστη και χωρίς φόβο κατάσταση/ δραστηριότητα.
- Belief in the language value of your baby’s cry: Το κλάμα του μωρού είναι ένα σημάδι για την επιβίωση του μωρού και την ανάπτυξη των γονέων. Η ευαισθητοποιημένη ανταπόκριση στο κλάμα του μωρού χτίζει εμπιστοσύνη. Τα μωρά εμπιστεύονται ότι τα άτομα φροντίδας θα ανταποκριθούν στις ανάγκες τους. Οι γονείς σταδιακά μαθαίνουν να εμπιστεύονται την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται κατάλληλα στις ανάγκες του μωρού τους. Αυτό αυξάνει το επίπεδο επικοινωνίας παιδιών – γονέων. Τα μικροσκοπικά μωρά κλαίνε για να επικοινωνήσουν, όχι για να χειραγωγήσουν.
- Beware of baby trainers: Το Attachment Parenting απορρίπτει τις ποικίλες μεθόδους «εκπαίδευσης» του παιδιού (αδιαφορία για το κλάμα του, τιμωρίες, καρεκλάκια σκέψης, προειδοποιήσεις, συστήματα ανταμοιβής). Αυτή η «ευκολία» στην ανατροφή των παιδιών έχει βραχυπρόθεσμα οφέλη, αλλά μακροπρόθεσμες απώλειες και δεν είναι μια σοφή επένδυση. Αυτά τα πιο συγκρατημένα πρότυπα γονεϊκότητας δημιουργούν μια απόσταση ανάμεσα στους γονείς και στο μωρό τους και τους εμποδίζουν να γίνουν οι ίδιοι ειδικοί για το παιδί τους.
- Balance: Αν θέλετε να προσφέρετε τα πάντα στο μωρό σας, είναι εύκολο να παραμελήσετε τις ανάγκες τις δικές σας και του γάμου σας. Το κλειδί, όμως, για να υπάρξει ισορροπία στη γονεϊκότητα είναι να ανταποκρίνεστε κατάλληλα στο μωρό σας – γνωρίζοντας πότε να πείτε «ναι» και πότε να πείτε «όχι» και να έχετε τη σοφία να πείτε «ναι» στον εαυτό σας όταν χρειάζεστε βοήθεια.
Με την άμεση ανταπόκριση στα σημάδια του παιδιού και ειδικότερα την ανακούφιση της δυσφορίας στην παιδική ηλικία, οι γονείς παρέχουν ένα θερμό και δεκτικό περιβάλλον για τα παιδιά. Συγκεκριμένα, τόσο η θερμή και θετική χροιά των αλληλεπιδράσεων όσο και η ανακούφιση της δυσφορίας, ενισχύουν την αναζήτηση της επαφής με τους γονείς και ενισχύουν την ασφαλή προσκόλληση. Εναλλακτικά, όταν οι γονείς αφήνουν το παιδί μόνο του, ειδικά όταν το παιδί είναι στενοχωρημένο, το παιδί μαθαίνει ότι δεν μπορεί να βασιστεί στον γονέα για να ανακουφιστεί.
Υπήρξε σύγχυση στη συμπεριφορική έρευνα σχετικά με την ανταπόκριση στο κλάμα, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι η ανταπόκριση στο κλάμα του παιδιού θα το ενίσχυε και θα αύξανε την πιθανότητα εμφάνισής του (π.χ. Gewirtz & Boyd, 1977). Η απάντηση τουAttachment Parenting έχει δύο σκέλη. Αρχικά, για τα μικρότερα παιδιά, το κλάμα είναι ο μόνος τρόπος που έχουν για να επικοινωνήσουν όταν χρειάζονται κάτι. Αυτό το κλάμα προκαλείται από εσωτερικές καταστάσεις του σώματος, όπως η πείνα, και δεν προκύπτει διαφορετικά. Από τη στιγμή που το κλάμα προκαλείται από έντονα ερεθίσματα, η ανταπόκριση του γονέα σχετίζεται μόνο με αυτές τις συνθήκες. Αυτό δεν σημαίνει ότι κακομαθαίνει το παιδί. Κατά δεύτερον, σε αυτό το σημείο ανάπτυξης του παιδιού, οι γονείς ακόμα μαθαίνουν το βρέφος τους και πώς να παρεμβαίνουν. Καθώς εξοικειώνονται περισσότερο με το παιδί, μπορούν να αρχίσουν να καταλαβαίνουν και να προβλέπουν τα σημάδια του παιδιού καλύτερα, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στα μηνύματα που προοιωνίζουν το κλάμα. Αν το κλάμα χρειάζεται να εκδηλωθεί σε σπάνιες περιπτώσεις, είναι απίθανο να ενισχυθεί. Έτσι, τοAttachment Parenting, τόσο για τα βρέφη όσο και για τα μεγαλύτερα παιδιά, μειώνει τη δυσφορία, και στις περισσότερες περιπτώσεις με έναν προληπτικό τρόπο.
Ένα άλλο όφελος του AttachmentParenting είναι ότι βοηθά το παιδί να γίνει πιο ευέλικτο και, επομένως, πιο ανεξάρτητο. Η αποτελεσματική ρύθμιση των συναισθημάτων συμβάλλει στην ανάπτυξη της ανθεκτικότητας. Από την αρχή της ανάπτυξης του παιδιού ο γονέας είναι πιο ενεργός στο να βοηθήσει το παιδί να ρυθμίσει τα συναισθήματά του, ιδιαίτερα τα αρνητικά συναισθήματα, με πρακτικές όπως το κράτημα, τον κοινό ύπνο, το συχνό θηλασμό και την ανταπόκριση στο κλάμα. Εάν ένας γονέας χρησιμοποιεί τις πρακτικές αυτές με τρόπο που είναι ευαίσθητος στις ανάγκες του παιδιού, είναι πιο πιθανό το παιδί να αναπτύξει μια σχέση ασφαλούς προσκόλλησης με τον γονέα. Η σχέση ασφαλούς προσκόλλησης λειτουργεί ως ένα σύστημα ρύθμισης των συναισθημάτων, μέσα στο οποίο το παιδί είναι πιο ενεργό. Όταν το παιδί είναι στενοχωρημένο ή φοβισμένο, αναζητά την επαφή με το γονέα. Όταν τα συναισθήματά του είναι υπό έλεγχο, μπορεί να συνεχίσει την εξερεύνηση του κόσμου.
Έχοντας μία ασφαλή βάση, το παιδί μπορεί να αρχίσει να κινείται πιο εύκολα από το γνωστό στο άγνωστο. Η νοητική παρουσία της μητέρας επιτρέπει στο παιδί να «κουβαλά» τη μητέρα μαζί του καθώς απομακρύνεται από αυτήν για να ανακαλύψει και να μάθει το περιβάλλον του. Τα βρέφη με ασφαλή στη μητέρα τους προσκόλληση, παρουσιάζουν λιγότερο άγχος όταν απομακρύνονται για να ανακαλύψουν τα παιχνίδια τους. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα, αυτά τα παιδιά ελέγχουν σωματικά και νοητικά με την μητέρα τους για να καθησυχαστούν και να συνεχίσουν την εξερεύνηση.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε με οικογένειες στις οποίες οι γονείς έχουν διαλέξει τον κοινό ύπνο με τα παιδιά τους από την αρχή, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας φαίνεται να είναι πιο αυτάρκη και να δείχνουν μεγαλύτερη κοινωνική ανεξαρτησία (Keller & Goldberg, 2004). Στην έρευνα αυτή, τα αποτελέσματα αναπροσαρμόζονται ανάλογα με συμπεριφορές όπως το να είναι το παιδί σε θέση να ντύνεται μόνο του και να λύνει τα προβλήματα με συνομηλίκους χωρίς την παρέμβαση μεγαλύτερων. Σε μια σχετική έρευνα, παιδιά προσχολικής ηλικίας με ασφαλή προσκόλληση σαν βρέφη εμφάνισαν μικρότερη εξάρτηση σε σχέση με εκείνα με ανασφαλή προσκόλληση σαν βρέφη (Sroufe, Fox, & Pancake, 1983).
Το μωρό πέρασε 9 μήνες στην κοιλιά της μητέρας του, πράγμα που σημαίνει πως για όλο αυτό το χρονικό διάστημα ήταν ένα με τη μητέρα του. Αυτή η ενότητα χρειάζεται να διατηρηθεί για όσο το παιδί έχει ανάγκη. Όταν ικανοποιούμε την ανάγκη του και δεν την αγνοούμε, το παιδί αποκτά την ικανότητα να προχωρά και να παραιτείται από τη συγκεκριμένη ανάγκη. Όσο περισσότερο ανταποκρίνεστε στην εξάρτηση του μικρού παιδιού σας, τόσο πιο ανεξάρτητο θα γίνει ως έφηβος και ως ενήλικας. Γι’ αυτό, κοιμηθείτε με το παιδί σας, αγκαλιάστε το παιδί σας, περάστε όσο πιο πολύ χρόνο μπορείτε μαζί του. Δώστε του όλη την αγάπη και τη φροντίδα σας γιατί τα έχει τεράστια ανάγκη.
Νίκη Λιώτη, Ψυχολόγος, Εκπαιδευόμενη Συστημική Ψυχοθεραπεύτρια