Ο άγριος πόλεμος για τον έλεγχο της νύχτας και οι άγραφοι κανόνες που παραβιάστηκαν
Φόβοι ότι ξεκινάει ένας νέος κύκλος αίματος, μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του Βασίλη Γρίβα, στα Γλυκά Νερά, μπροστά στα έντρομα μάτια του 11χρονου γιου του εκφράζονται τα τελευταία 24ωρα.
Ένας πόλεμος της νύχτας που κορυφώθηκε την προηγούμενη δεκαετία με δεκάδες νεκρούς και κόπασε τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι ξεκινάει μετά την εκτέλεση του συμβολαίου θανάτου του Γρίβα.
Η προστασία των νυχτερινών κέντρων στην Ελλάδα είναι μια παλιά υπόθεση. Εμφανίζεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 όταν συστάθηκαν οι πρώτες ομάδες και άρχισαν τις νυχτερινές εξορμήσεις. Στην αρχή ήταν τα «παιδιά» που τακτοποιούσαν δουλειές αφεντικών τους, όπως η είσπραξη χρεών. Γρήγορα όμως τα πράγματα άλλαξαν αφού τα κέρδη από τις νυχτερινές επιχειρήσεις ήταν μεγάλα και εξελίχθηκαν σε οργανωμένες συμμορίες στα πρότυπα της Μαφίας.
Οι συμμορίες αυξήθηκαν και στις αρχές της δεκαετίας του ’90 άρχισαν οι πρώτες συγκρούσεις. Τότε αρχινονοί και πρωτοπαλίκαρα εκτελέσθηκαν κατά τη διάρκεια του πολέμου των συμμοριών. Όπως αναφέρει παλαιότερο δημοσίευμα των «Νέων» στα μέσα της δεκαετίας του ’90 οι αρχινονοί των συμμοριών αποφάσισαν να τα βρουν μεταξύ τους και επικράτησε ανακωχή.
Η προστασία όπως και οι ιδιαίτερα κερδοφόρες «επιχειρήσεις» της παρανομίας παρέμειναν στα χέρια της ελληνικής μαφίας. Χώροι στους οποίους δεν κατάφεραν να διεισδύσουν αλλοδαποί κακοποιοί. Οι Έλληνες αρχινονοί κράτησαν τα ηνία και δεν εκχώρησαν δικαιώματα στους ξένους. Σε πολλές συμμορίες νονών τότε μετείχαν και αλλοδαποί σαν βοηθητικό προσωπικό.
Σήμερα όμως και αυτό άλλαξε. Οι αλλοδαποί δεν είναι μόνο βοηθητικό προσωπικό, αλλά έχουν και αυτοί το μερίδιό τους στη νύχτα.
Από τότε μέχρι σήμερα, αρκετοί άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους. Κάποιοι από αυτούς φέρεται να είχαν σχέση με μπράβους, να ήταν οι ίδιοι ή να τους οργάνωναν, κάποιοι ήταν επιχειρηματίες της νύχτας. Το σίγουρο είναι πως όταν ανοίγει ένας τέτοιος κύκλος αίματος, αργεί να κλείσει.
Η εκτέλεση του Γρίβα παραβίασε τους άγραφους κώδικες της νύχτας
Ο τρόπος και ο τόπος που διάλεξαν τα μέλη αντίπαλης συμμορίας όπως όλα δείχνουν, για να εκτελέσουν τον άνθρωπο που λέγεται πως ήταν «νονός» του Πειραιά έξω από σχολείο και μάλιστα με το παιδί του να κάθεται στο κάθισμα του συνοδηγού, αλλά και άλλων παιδιών και γονέων, δείχνει ότι σε αυτή την περίπτωση παραβιάστηκαν ακόμα και οι άγραφοι κώδικες.
Ήταν περίπου ένα τέταρτο μετά τις 8 το πρωί της Τετάρτης όταν το παλιό φερόμενο ως πρωτοπαλίκαρο της ομάδας Καλαποθαράκου, Βασίλης Γρίβας, άφηνε το παιδί του στο 2ο Δημοτικό Σχολείο Γλυκών Νερών, επί της οδού Σαλώνων.
Ξαφνικά, εμφανίστηκε ένα Ι.Χ. μάρκας Hyundai, στο οποίο επέβαιναν τέσσερις κουκουλοφόροι. Ένας εξ αυτών, ο πιο μικροκαμωμένος ήταν ο εκτελεστής του. Βγήκε από το αυτοκίνητο, πλησίασε το σταματημένο αυτοκίνητο του Γρίβα και πυροβόλησε τουλάχιστον 9 φορές εναντίον του γαζώνοντας το θύμα και σωριάζοντάς τον νεκρό μέσα στο αυτοκίνητό του, δίπλα στο μικρό παιδί του. Η μπλούζα του μικρού γέμισε αίματα και έτρεξε στον δάσκαλό του καλώντας σε βοήθεια, ήταν όμως ήδη αργά για τον πατέρα του.
Οι δράστες, αμέσως μετά την δολοφονία απομακρύνθηκαν με ταχύτητα, αλλά σε μικρή απόσταση από το σχολείο, στην οδό Αγαμέμνωνος, έβαλαν φωτιά και έκαψαν το αυτοκίνητο, όπου βρέθηκε λίγο αργότερα από τους αστυνομικούς. Από το σημείο οι εκτελεστές διέφυγαν με δύο μοτοσικλέτες μεγάλου κυβισμού.
Το θύμα, ήταν κάτι παραπάνω από παλιός γνώριμος των Αρχών, αφού είχε σχηματιστεί δικογραφία σε βάρος του και το 2003 και το 2011 στην μεγάλη υπόθεση εξάρθρωσης ομάδων της Μαφίας από την Ασφάλεια Αττικής, με κατηγορούμενους 217 μαφιόζους.
Το τέλος του έμοιαζε με αυτό των ανθρώπων της νύχτας σε πολλές παρόμοιες περιπτώσεις, όμως κανείς μέχρι στιγμής δεν είχε εκτελεστεί από αντίπαλες συμμορίες έξω από σχολείο και μάλιστα μπροστά στα μάτια του ίδιου του παιδιού και με προφανή κίνδυνο για δεκάδες παιδιά.
Η άγρια δολοφονία του Καλαποθαράκου
Ο Γρίβας ανέβηκε γρήγορα στη νύχτα. Από τα νεανικά του χρόνια ήταν πρωτοπαλίκαρο του Θέμη Καλαποθαράκου. Τη δεκαετία του 1980, όταν ήταν μόλις 18 χρόνων, ο Βασίλης Γρίβας ήταν ήδη γνωστός bodybuilder και είχε αρχίσει να βαδίζει στα μονοπάτια της νύχτας δίπλα στον φερόμενο ως απόλυτο αρχηγό της μαφίας εκείνης της εποχής, τον Θέμη Καλαποθαράκο.
Όμως, το καλοκαίρι του 2000 ο ηγέτης της προστασίας νυχτερινών κέντρων άφησε την τελευταία του πνοή. Ο μεγάλος του αντίπαλος είχε καταφέρει να τον βγάλει από τη μέση.
Με τη δολοφονία του Θέμη Καλαποθαράκου ένα ακόμα συμβόλαιο θανάτου εκτελέσθηκε και η μαφία για μία ακόμα φορά ξεκαθάρισε λογαριασμούς. Ο αιματηρός επίλογος της ιστορίας τού Καλαποθαράκου αποτέλεσε την αρχή για μια νέα βεντέτα για την κυριαρχία στη νύχτα.
Η διαδρομή του στον υπόκοσμο παρέμεινε στο σκοτάδι και στον φάκελό του υπάρχουν κατηγορίες για μικροαδικήματα.
Από τα «πρώτα ονόματα» της προστασίας, σύμφωνα με πληροφορίες της Αστυνομίας, ήλεγχε ακριβές ζώνες και λυμαινόταν τη νυχτερινή ζωή σε κέντρα διασκέδασης της Παραλιακής, των βορείων προαστίων, του Πειραιά και τα καλοκαίρια η ακτίνα δράσης του επεκτεινόταν σε ακριβά μαγαζιά στα Μεσόγεια.
Η τελευταία σελίδα για τον Θέμη Καλαποθαράκο γράφτηκε το 2000, με 60 σφαίρες.
Οι εκτελεστές εντόπισαν την πολυτελή βίλα που είχε στον Σχοινιά και του έστησαν τη δολοφονική ενέδρα.
Ο Καλαποθαράκος έπαιρνε τα μέτρα προφύλαξης από το μυστικό του κρησφύγετο οπλοφορώντας και αλλάζοντας συνεχώς αυτοκίνητα.
Το μοιραίο γι’ αυτόν βράδυ χρησιμοποίησε το τζιπ της μητέρας του και έφυγε από το εξοχικό του με κατεύθυνση την Αθήνα. Σε απόσταση 300 μέτρων, στη Λεωφόρο Ποσειδώνος, έπεσε στην ενέδρα των εκτελεστών.
Στη θέα του τζιπ οι πιστολέρο άρχισαν να πυροβολούν με αυτόματο και πιστόλι. Αποφασισμένος και ψύχραιμος μέχρι την τελευταία στιγμή, ο Καλαποθαράκος έδωσε σκληρή μάχη με τους εκτελεστές. Με το εννιάρι πιστόλι του Smith & Wesson πυροβόλησε τουλάχιστον 18 φορές στην προσπάθειά του να διαφύγει. Οι εκτελεστές συνέχισαν τους πυροβολισμούς και γάζωσαν με σφαίρες το τζιπ.
Το αυτοκίνητο σύρθηκε σε απόσταση 50 μέτρων μέχρι που ακινητοποιήθηκε. Ο οδηγός του άνοιξε την πόρτα με το πιστόλι στο χέρι. Ήταν ήδη βαριά πληγωμένος, σωριάστηκε στο έδαφος, όπου τον πλησίασαν οι δράστες και του έριξαν τη χαριστική βολή.
Ο πόλεμος της νύχτας και οι 19 δολοφονίες
Από τότε και για τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν πολλά αιματηρά επεισόδια για ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Από το 2006 μέχρι το 2010, σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα του «Έθνος», πραγματοποιήθηκαν 19 δολοφονίες που η Αστυνομία τις συνδέει με τους νονούς της νύχτας.
Πιο γνωστή είναι αυτή του Μπάμπη Λαζαρίδη. Ο ιδιοκτήτης του νυχτερινού κέντρου «Μούσες» δολοφονήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2008, έξω από το ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε, στη συμβολή της λεωφόρου Ποσειδώνος με την οδό Αλκυονίδων στη Βούλα.
Οι δράστες είχαν στήσει ενέδρα πίσω από θάμνους και μόλις ο επιχειρηματίας και η σύντροφός του τραγουδίστρια Αγγελική Ηλιάδη βγήκαν από το ξενοδοχείο για να πάνε στο νυχτερινό κέντρο, δέχτηκαν καταιγισμό πυρών από καλάσνικοφ. Ο επιχειρηματίας έπεσε νεκρός από τις σφαίρες, ενώ η σύντροφός του τραυματίστηκε στο πόδι.
Από την πρώτη στιγμή η δολοφονία Λαζαρίδη είχε αποδοθεί σε «συμβόλαιο θανάτου» που εκτέλεσαν πληρωμένοι δολοφόνοι.
Λίγες μέρες νωρίτερα στις 8 Νοεμβρίου 2008 είχε δολοφονηθεί στο κέντρο της Αθήνας ο Αλέκος Κοσμόπουλος.
Τον δολοφόνησαν δύο άγνωστοι που επέβαιναν σε μοτοσικλέτα μεγάλου κυβισμού.
Οι δράστες πλησίασαν το αυτοκίνητο του Κοσμόπουλου, που ήταν σταματημένο σε φανάρι στη συμβολή της Ιεράς Οδού με τη Θηβών και άνοιξαν εναντίον του πυρ.
Ο Αλέκος Κοσμόπουλος είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης για δολοφονίες, ληστείες, εκβιασμούς και άλλα αδικήματα. Είχε αποφυλακιστεί το 2003.
Λίγο νωρίτερα, τον Ιούνιο του 2007 είχε δολοφονηθεί ο επιχειρηματίας Γιώργος Αυτιάς έξω από καφετέρια στην Καλλίπολη, σημείο-καμπή στον πόλεμο των νονών.