Το σχολείο στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ: σάκα, ποδιά, παγουρίνο και στυλό Bic – φυσοκάλαμο
Όλα ξεκίνησαν εδώ στα γραφεία του koolnews με αφορμή τις προαγωγικές εξετάσεις, που δίνουν οι μαθητές αυτές τις μέρες. Η ερώτησή μου προς τον διπλανό μου (και συνομήλικο) Βασίλη Ζέρβα, ήταν ξεκάθαρη: «ρε Μπιλ, δεν είχαμε εμείς εξετάσεις όταν πηγαίναμε Γυμνάσιο, σωστά;» Με κοίταξε απορημένα ο άνθρωπος και μου κούνησε το κεφάλι αρνητικά. «Όχι βέβαια, δεν είχαμε εμείς τέτοια πράγματα τότε». Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα…
Γράφει ο Κώστας Βαϊμάκης με τη συνδρομή ολόκληρης της συντακτικής ομάδας του koolnews
Στο γραφείο αυτό, έχουμε παιδιά και «παιδιά» όλων των ηλικιών. Από «πιπίνια» μέχρι «Καρυάτιδες». Οπότε κάθε κουβέντα που μπορεί να ξεκινήσει σε κάποιο διάλειμμα της δουλειάς, φιλτράρεται μέσα από τη δεκαετία του ’80, του ’90 και πάει λέγοντας. Για κάθε «θυμάσαι σε μ@λ@κα τότε;», υπάρχει ένα απορημένο βλέμμα κάποιου Σήφη από πίσω μου ή κάποιας Όλγας δίπλα, παρέα με ένα αισχρό σχόλιο για την ηλικία μου. Για κάθε τηλεοπτική σειρά που μπορεί να θυμηθεί η Ευγενία, κάποιος Μιχαηλίδης θα γελάσει, κάποιος Μάκης θα πεταχτεί και κάποιος Βαγγέλης θα σχολιάσει χαμηλόφωνα. Γενικά μιλώντας, έχουμε ένα χάσμα γενεών εδώ μέσα του, που συνήθως έχει την πλάκα του. Ειδικά όταν ξεκινάει η κουβέντα, για το πώς ήταν το σχολείο στο τέλος της δεκαετίας του ’70 και στη δεκαετία του ’80, σε σύγκριση με σήμερα. Μιλάμε φυσικά για καμία σχέση. Απολύτως καμία. Όσοι είστε μεγαλύτεροι, χαλαρώστε, διαβάστε και θυμηθείτε. Οι μικρότεροι, δώστε βάση για να μάθετε πώς ήταν η ζωή στο σχολείο σε μια εποχή όχι τόσο πολύ μακρινή, αλλά σίγουρα πολύ – πολύ διαφορετική.
Η ποδιά: το απόλυτο look του σχολείου
Ναι, προλάβαμε την ποδιά. Αγόρια και κορίτσια. Ομοιόμορφα ντυμένοι όλοι, μια μπλε λαοθάλασσα στο προαύλιο στην προσευχή. Ευτυχώς καταργήθηκε το 1982 – έργο Λευτέρη Βερυβάκη, διότι το ΠΑΣΟΚ έκανε έργα.
Σχολείο το Σάββατο; Ω, ναι!
Το προλάβαμε οι μεγαλύτεροι για πολύ λίγο. Αλλά το προλάβαμε το σχολείο Σάββατο. Για λίγες ώρες βέβαια και όχι κανονικό ωράριο, αλλά το βάσανο αυτό το περάσαμε. Το λες σε κάτι μικρότερα παιδιά και δεν σε πιστεύουν. Όπως ακριβώς δεν πιστεύουν ότι στο μπάσκετ υπήρχαν οι βολές 1+1 (αν έβαζες την πρώτη, τότε είχες δικαίωμα να σουτάρεις και τη δεύτερη) και το μυθικό που κέρδιζες βολές και είχες δικαίωμα να βαρέσεις τρεις, αν έχανες την πρώτη ή τη δεύτερη. Προσοχή: δεν υπήρχε τρίποντο τότε, ούτε μπορούσες να βάλεις τρεις βολές. Αν έβαζες τις δυο πρώτες, έκανε επίθεση κανονικά ο αντίπαλος, αν όμως έχανες την πρώτη ή τη δεύτερη, είχες μια ακόμα ευκαιρία.
Το πολυτονικό
Τώρα έχουμε έναν τόνο στις λέξεις (και αν…), έχουμε greeklish, έχουμε την απλούστερη δυνατή γραφή. Τότε είχαμε μυθικές έννοιες, όπως «ψιλή», «δασεία», «περισπωμένη» και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις. Μιλάμε για την Κόλαση του Δάντη καθημερινά – και δεν εννοώ το Χρήστο Δάντη.
Μια ενδομάδα πρωί – μια απόγευμα
Λόγω έλλειψης σχολικών εγκαταστάσεων, το σχολείο για κάποιους από εμάς δεν ήταν πάντοτε πρωί. Ήταν μια εβδομάδα πρωί, μια απόγευμα. Άρα μια εβδομάδα που ξύπναγες χαράματα και μια που ξύπναγες σαν άρχοντας, διάβαζες λιγάκι και πήγαινες στο σχολείο «φράπα». Ποιο ήταν το chat της εποχής εκείνης, το facebook των 80’s; Το θρανίο, όπου έγραφες κάτι εσύ το πρωί, το διάβαζε αυτός (ή αυτή) που πήγαινε για μάθημα το απόγευμα και ενδεχομένως σου απαντούσε και το διάβαζες το επόμενο πρωί. Χωρίς να γνωριστείτε ποτέ. Α, επίσης το Blanco δεν ήταν τόσο για να σβήνουμε αυτά που γράφαμε στο τετράδιο, αλλά για να μπογιατίζουμε το θρανίο. Καρδούλες, Love4Ever και «Smile» γραμμένο καλλιγραφικά. Και κάτι τελευταίο: το θρανίο χωριζόταν στη μέση με τη βοήθεια της κασετίνας. Από δω το δικό μου μέρος, από κει το δικό σου. Καλή φάση, δικέ μου, ε;
Η σάκα
Ούτε «τσάντα», ούτε «σακίδιο πλάτης», ούτε «Polo», ούτε τίποτα. Σάκα. Απλά και ξεκάθαρα. Με δυο τύπου αγκράφες που «αγκάλιαζαν» τη σάκα και «κλείδωναν» το περιεχόμενό της. Συν μια τύπου «στρατιωτική», χακί χρώματος, που λίγες μέρες αφού την αγοράζαμε ήταν γραμμένη και βαμμένη σχεδόν σε κάθε σημείο της. Που μέσα βάζαμε τα βιβλία, τα τετράδια, την κασετίνα με τα μολύβια, τα στυλό, τη γόμα και την ξύστρα. Και φυσικά, δυο ακόμα πολύτιμα αντικείμενα του πόθου:
Το Παγουρίνο και το Σπαστό ποτηράκι
…τα οποία ήταν τα απόλυτα must της σχολικής σάκας. Τι ήταν το Παγουρίνο; Αυτό που μαρτυρά το όνομά του: ένα χαριτωμένο παγουράκι για να έχουμε μαζί μας νερό – μισόλιτρα μπουκάλια και άλλες τέτοιες φλωριές, δεν έπαιζαν τότε, νεράκι από τη βρύση και γινόταν μια χαρά η δουλειά. Όσο για το σπαστό ποτηράκι, ήταν ένα πτυσσόμενο πλαστικό ποτήρι, που όταν ήταν πατικωμένο είχε το μέγεθος ενός σουβέρ κι όταν το τράβαγες προς τα πάνω γινόταν ποτήρι. Να συμπληρώσουμε εδώ, πως συνήθως ήταν ελεεινά βρώμικο, κόλλαγε από τις πορτοκαλάδες, παρέμενε άπλυτο για μέρες, ήταν εστία μικροβίων, αλλά ποιος νοιαζόταν;
Το στυλό Bic – φυσοκάλαμο
Το στυλό Bic που ήταν μέσα στην κασετίνα, που ήταν μέσα στην τσάντα, δεν ήταν ένα απλό στυλό. Ήταν ταυτόχρονα και ένα φονικό όπλο. Με χειρουργική ακρίβεια, αφαιρούσες το μακρυνάρι με το μελάνι από κάτω και το μπλε πλαστικό από πάνω και το μετέτρεπες σε μίνι πυροσωλήνα. Για πυρομαχικά, έκοβες ένα μικρό κομματάκι χαρτί, το σάλιωνες και το έβαζες στη «θαλάμη». Έτοιμο! Φύσαγες με δύναμη και έστελνες το βλήμα στο σβέρκο του μπροστινού, του απέναντι, του άλλου στην άλλη πλευρά της τάξης. Μέχρι να μας τσακώσει ο δάσκαλος. Διότι τότε είχε…
Η άλλη χρήση του χάρακα
Ξύλο κανονικό από το δάσκαλο δεν προλάβαμε, τουλάχιστον όχι όσοι είμαστε εδώ στο γραφείο. Αλλά κανένα χαστούκι, εύκολα. Τράβηγμα φαβορίτας έπαιζε επίσης πολύ, «άπλωσε το χέρι σου» και κοπάνημα με το χάρακα, επίσης. Και τιμωρία, «πήγαινε στον τοίχο και στάσου με τα μάτια στον τοίχο». Αμέεεε.
Μπάλα στο διάλειμμα και Carnation
Πώς περνάγαμε το χρόνο μας στο διάλειμμα; Με μια επίσκεψη στο κυλικείο, για καμιά τυρόπιτα, λουκανικόπιτα (για όνομα του Θεού, όχι «λουκανόπιτα»), Carnation (δεν υπήρχε Milko τότε γατάκια, μόνο Carnation με την επική διαφήμιση «τη Λόλα απ’ τη φωτιά ποιος θα τη βγάλει/ ο Carnation πού’ χει δύναμη μεγάλη) και παιχνίδι. Τη μπάλα, όσοι είχαν, την ψιλο-έκρυβαν σε τσάντες και μπουφάν – άπαξ και έσπαγε το πρώτο τζάμι στο σχολείο από μπάλα, έπεφτε απαγορευτικό. Εναλλακτικά, υπήρχε πάντα το plan-B: αγόραζες μια πορτοκαλάδα, η οποία ήταν Sinalco ή κάτι τέτοιο, σε πλαστικό μπουκαλάκι. Την έπινες (ή την έχυνες, μικρή σημασία έχει) και τη στούμπωνες με χαρτιά. Έτοιμη η μπάλα: ήταν βαριά, στιβαρή και ανθεκτική.
Οι συμπυκνωμένοι χυμοί ροδάκινο, ήταν (φυσικά) έργο ΠΑΣΟΚ
Επειδή το ΠΑΣΟΚ έκανε έργα, υπήρξε μια ευλογημένη περίοδος όπου ο λαός χόρτασε χυμό ροδάκινο. Για την ακρίβεια, σιχάθηκε να πίνει χυμό ροδάκινο. Οι χυμοί που θα κατέληγαν στη χωματερή, με μια κίνηση – ματ της ΠΑΣΟΚάρας, κατέληξαν στα σχολεία. Κι εμείς, σαν ντουγάνια, όλο χαρά, φορτώναμε παραπάνω τενεκέδια απ’ όσα στην πραγματικότητα μπορούσαμε να κουβαλήσουμε και πηγαίναμε σπίτι όλο χαρά. Και δεν καταλαβαίναμε κιόλας τη στραβωμένη φάτσα της μαμάς μας. Είπαμε, ντουγάνια ήμασταν…
Φοράει Strike και καρφώνει
Το μεγάλο «μπαμ» με το μπάσκετ, έγινε φυσικά εκείνο το καλοκαίρι του 1987 και την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ. Πριν από το ’87, κυριαρχούσε η μπάλα στα διαλείμματα. Αλλά τα «μπασκετικά» παπούτσια έκαναν δειλά – δειλά την εμφάνισή τους νωρίτερα: όχι NIKE και ADIDAS και άλλες τέτοιες φιρμάρες, ούτε αερόσολες, ούτε hi-tech συστήματα. Zita – Hellas (του Ζαφειρόπουλου, Προέδρου της ΑΕΚ τότε), ROM και Strike, με την περίφημη διαφήμιση – σταθμό για την εποχή «φοράει Strike και καρφώνει!).
Η ώρα του παιδιού
Τι είδους αλητείες κάναμε στην τάξη; Ένα σωρό, αλλά το μεγάλο πατιρντί έγινε όταν στη μόδα ήρθαν, για ανεξήγητους λόγους, τα διάφορα «μαγικά και τρικ»: αμπούλες βρώμας, αμπούλες δακρύων, φαγουρόσκονη. Μιλάμε για αλητεία κανονική, μια τάξη να βρωμάει κλούβιο αυγό ή να τρέχουν τα δάκρυα κορόμηλο, σαν να είσαι γήπεδο και να μπουκάρουν τα ΜΑΤ.
Υπερατού και χαρτάκια Panini
Τι άλλο δημιουργικό κάναμε στην τάξη; Ανταλλάσσαμε χαρτάκια της Panini, ψάχνοντας τα σπάνια τα ρημάδια που μας έλειπαν και φυσικά παίζαμε Υπερατού. Με «τράπουλες» γεμάτες αυτοκίνητα, καράβια, αεροπλάνα, μηχανές, τανκς. Με τεχνικά χαρακτηριστικά. Με φωτογραφίες. Με δέος. Με τρέλα.
Το σπίρτα που άναβαν στον τοίχο
Κάπου εκεί κοντά, βγήκαν και τα σπίρτα που άναβαν όχι στην ειδική επιφάνεια που έχει πάνω το σπιρτόκουτο, αλλά σχεδόν παντού – η καλύτερη αίσθηση ήταν να τα ανάβεις πάνω σε «σαγρέ» τοίχους. Μιλάμε για χαμό κανονικό: χωρίς να καπνίζει κανείς, αγόραζαν όλοι άπειρα κουτιά σπίρτα, περπάταγαν στο δρόμο και χάλαγαν ένα κουτί ανάβοντας σπίρτα σε όλη τη διαδρομή μέχρι το σπίτι. Γιατί; Έλα μου ντε…
Η εκδρομή
Το απόλυτο must της σχολικής χρονιάς. Ως μαθητές «απαιτούσαμε» μια εκδρομή το μήνα. Όχι σε μουσεία, Ακρόπολη και λοιπά, όχι εκπαιδευτικού χαρακτήρα, αλλά καυλάντας. Στο κοντινότερο πάρκο, για να παίξουμε μπάλα, κυνηγητό, μπουγέλα ή για να ξεμοναχιάσει κανένα αγοράκι το κορίτσι του. «Ίπι-ίπι-ούμε, σας ευχαριστούμε», «πάτα γκάζι οδηγέ/ για να τους περάσουμε/ και θα σε κεράσουμε/ μια μπύρα ΦΙΞ» (όταν πηγαίναμε με πούλμαν κάπου πιο μακριά και υπήρχε έντονος ανταγωνισμός με τα άλλα πούλμανς), «σας ευχαριστούμε/ κι αν μας αγαπάτε/ να μας ξαναπάτε/ εκ-δρο-μή» και άλλα χαριτωμένα.
Το λεύκωμα
Ένα από τα πιο υπέροχα πράγματα εκείνης της εποχής: οι περισσότεροι αγόραζαν ένα ωραίο τετράδιο και το έδιναν στους φίλους τους για να τους γράψουν κάτι: ποιηματάκια, ευχές, ερωτικά λογάκια, ζωγραφιές, φωτογραφίες. Κάπως έτσι «μέτραγες» πόσο δημοφιλής ήσουν και πόσο σουξέ είχες στα κοριτσόπουλα. Στο ίδιο μοτίβο και τα ημερολόγια που κρατούσαν αρκετοί εκείνη την περίοδο και έβγαζαν τα σώψυχά τους, ξεκινώντας απαραίτητα με τη φράση «Αγαπητό μου Ημερολόγιο…»
Ο Πολύγραφος
Σε μια εποχή χωρίς υπολογιστές, χωρίς εκτυπωτές, ίντερνετ και άλλα τέτοια, υπήρχε ο μαγικός πολύγραφος. Για να τυπώσει τις κόλες με τα θέματα του διαγωνίσματος, τα ενημερωτικά φυλλάδια, τα σχολικά εφημεριδάκια. Γέμιζε το χέρι σου μελάνι (ένα μαυρο-μώβ πράγμα) αλλά τη δουλειά του την έκανε.
Ο Επιθεωρητής
Ήταν ένας μύθος. Το «θα έρθει ο Επιθεωρητής» μπορεί να συγκριθεί μόνο με επίσκεψη του ΓΕΠΣ σε στρατιωτική μονάδα: η σχολική τάξη έπρεπε να αστράφτει, να είναι όλα τακτοποιημένα, να είναι όλοι κουμπωμένοι και ευπρεπείς, να μην υπάρχουν σάντουιτς και χυμοί πάνω στα θρανία. Ο δάσκαλος έκανε το σταυρό του να ρωτήσει ο Επιθεωρητής κανένα σπίρτο και όχι κανέναν μυστήριο ή προέτρεπε τους καλούς μαθητές να σηκώσουν χέρι και να πεταχτούν να απαντήσουν αν ρώταγε κάτι, για να μην γίνουν ρεζίλι. Γιατί; Διότι ο Επιθεωρητής είχε σαν προορισμό ζωής να αξιολογεί τους δασκάλους και να καταγράφει αν έκαναν καλά τη δουλειά του. Ο οποίος Επιθεωρητής να πούμε, συνήθως ήταν συμπαθέστατος άνθρωπος και πολύ χαμογελαστός.
Μέσα στην αλητεία
Τσίχλες με τατουάζ και τσίχλες σε σχήμα τσιγάρου: Η ΑΛΗΤΕΙΑ! Τα τατουάζ κράταγαν μέχρι το πρώτο πλύσιμο και είχαν διάφορα σχέδια (από Hello Kitty μέχρι νεκροκεφαλές), οι τσίχλες – τσιγάρα ήταν ό,τι πλησιέστερο σε τσιγάρο. Σταν φάση κι έτσι, αλητεία.
Τα αξεσουάρ της τάξης
Ο άτλαντας, η υδρόγειος, το αριθμητήρι, οι κιμωλίες (σε διάφορα χρώματα), το βιβλιαράκι – ατζέντα που έγραφε ο δάσκαλος τη βαθμολογία. Αλλά πρώτα και πάνω απ’ όλα, το απουσιολόγιο: που συνήθως το συμπλήρωνε ο «καλός μαθητής» (στην πραγματικότητα ο σπασίκλας ή αυτός που θεωρούσαμε ρουφιάνο του δασκάλου).
Το τέλος της χρονιάς
Μπουγέλο. Πολύ μπουγέλο. Μέσα κι έξω από το σχολείο. Και κάψιμο βιβλίων. Ή σκίσιμό τους, σελίδα – σελίδα. Εκτός από τις περιπτώσεις που είχες μικρότερο αδελφάκι και η μαμά τσίριζε «μην τα χαλάσεις τα βιβλία, θα σου κόψω τα πόδια! Θα τα χρειαστεί ο μικρός σε δυο χρόνια». Χεστήκαμε, θα πάρει δικά του.
Μπόνους: η Καμήλα
Το μεταφέρω με επιφύλαξη, καθώς είναι κάτι που το γνωρίζει μόνο η Ευγενία Κουντούρη, αλλά μας προσκόμισε φωτογραφικά αποδεικτικά στοιχεία, οπότε θα το δεχτούμε:
«1982-1983: Πρώτη δημοτικού και η δασκάλα λέει πως ήρθε η καμήλα στο σχολείο και πρέπει να ετοιμαστούμε για την αναμνηστική φωτογραφία. Στο προαύλιο του Δημοτικού βρίσκεται μία πραγματική καμήλα, από αυτές που έχουν στην έρημο, η οποία κάθεται μπροστά από τα σκαλάκια και μια-μια τάξη με τη σειρά, πηγαίνει από πίσω για να φωτογραφηθεί παρέα με την δασκάλα.
Η καμήλα πήγαινε από Δημοτικό σε Δημοτικό, μαζί με τον φωτογράφο».