Τι αλλάζει στη 15ετία για ορυκτά καύσιμα – φυσικό αέριο – ΑΠΕ
Να χρηματοδοτηθεί η ενεργειακή μετάβαση
Ρεμί Έρικσεν – Πρόεδρος και CEO της DNV GL
Τον κώδωνα του κινδύνου για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της Συμφωνίας των Παρισίων κρούει ένας από τους μεγαλύτερους Νηογνώμονες στο κόσμο, o DNV GL. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται είναι αναγκαίο να χρηματοδοτηθεί η δυνατότητα της ενεργειακής μετάβασης και να ληφθούν έκτακτα μέτρα ώστε να επιτύχουμε ένα βιώσιμο μέλλον.
«Έχουμε μία ευκαιρία να επιτύχουμε αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, της ανανεώσιμης ενέργειας και της τεχνολογίας δέσμευσης ρύπων άνθρακα και αποθήκευσής του, συμβαδίζοντας τοιουτοτρόπως με τη Συμφωνία των Παρισίων, αλλά πρέπει να δράσουμε τώρα», αναφέρεται χαρακτηριστικά από τον DNV GL.
Σύμφωνα με το DNV GL Energy Transition Outlook, οι παγκόσμιες δαπάνες για την ενέργεια, σε διαστάσεις οικονομικής απόδοσης, πρόκειται να μειωθούν κατακόρυφα, καθώς η ενεργειακή ζήτηση θα μειωθεί σημαντικά από το 2035 και μετά. Η ιστορικής σημασίας αλλαγή στις ενεργειακές μας ανάγκες, θα προέλθει σύμφωνα με τον DNV GL, κατά κύριο λόγο από τη ραγδαία αύξησης της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας και την αποδοτικότητα που θα έχει.
Η σταδιακή μείωση χρήσης πηγών που βασίζονται σε άνθρακα για παραγωγή ενέργειας, θα αντανακλάται στις επενδυτικές τάσεις, με τα κεφάλαια, τα οποία θα τριπλασιαστούν από το 2050, να επενδύονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αντιθέτως, οι δαπάνες για τα ορυκτά καύσιμα θα μειωθούν περίπου στο ένα τρίτο. Γενικότερα τα έξοδα για τη κατανάλωση ενέργειας υπολογίζεται ότι θα μειωθεί σε τέτοιο βαθμό, που στα μέσα του αιώνα, ο κόσμος θα ξοδεύει 44% λιγότερα από όσα ξοδεύει σήμερα.
Τα κύρια σημεία
Σύμφωνα με τα DNV GL Energy Transition Outlook τα κυριότερα σημεία αναφορικά με τις εξελίξεις στο τομέα της ενέργειας είναι:
- Η ευρύτερη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας και η έμφυτη αποδοτικότητά της, θα συνεισφέρουν στη μείωση της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας από τα μέσα του 2030 και έπειτα.
- Τα παγκόσμια έξοδα σε ενέργεια, ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα πέσουν κατά 44% μέχρι το 2050.
- Η παραγωγή ενέργειας απελευθερώνεται ταχέως από τον άνθρακα. Το κάρβουνο έχει φτάσει στην κορύφωσή του, το πετρέλαιο θα κορυφωθεί το 2023 και το φυσικό αέριο θα γίνει η μεγαλύτερη πηγή ενέργειας από το 2026. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τα ορυκτά καύσιμα θα μοιράζονται εξίσου την παροχή ενέργειας στα μέσα του αιώνα.
Τα χρονοδιαγράμματα
Η ραγδαία μετάβαση που προβλέπεται, δεν θα επαρκέσει για να προλάβει τον κλιματικό στόχο των 2 ⁰C . Προκειμένου να επιτευχθούν οι φιλοδοξίες της Συμφωνίας των Παρισίων, θα χρειαστεί ένας δυνατός συνδυασμός διαφορετικών μέτρων.
Σύμφωνα με τον DNV GL, από την Βιομηχανική Εποχή, η οικονομική ανάπτυξη και η χρήση ενέργειας έχουν αυξηθεί παράλληλα, αλλά αυτή η σχέση πρόκειται αδιαμφισβήτητα να διαχωριστεί το 2035, όταν η ζήτηση ενέργειας θα αρχίσει να πέφτει και το ΑΕΠ θα συνεχίσει να ανεβαίνει.
«Η προσοχή πολυεθνικών και κυβερνήσεων θα πρέπει να είναι στραμμένη στη δραματική ενεργειακή μετάβαση που εκτυλίσσεται. Ενώ τα χρήματα και η πολιτική ευνοούν όλο και περισσότερο το φυσικό αέριο και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η χρήση ηλεκτρικής ενέργειας σε όλο και περισσότερους τομείς θα αποφέρει αποδοτικά κέρδη, που θα αναπτύσσονται γρηγορότερα από το ΑΕΠ και την πληθυσμιακή αύξηση. Αυτό θα οδηγήσει σε έναν κόσμο που θα χρειάζεται λιγότερη ενέργεια σε μισή γενιά από τώρα», σημείωσε ο Remi Eriksen, Group President και CEO της DNV GL. «Η μετάβαση είναι αδιαμφισβήτητη. Τον τελευταίο χρόνο, προστέθηκαν περισσότερα γκιγκαβάτ (GW) ανανεώσιμης ενέργειας από ο,τι ορυκτών καυσίμων και αυτό αντικατοπτρίζεται στο πού επενδύονται τα περισσότερα χρήματα.
Τα ορυκτά καύσιμα θα παίξουν καθοριστικό, αν και μειωμένο ρόλο, στο ενεργειακό μας μέλλον, με το μερίδιό τους στη συνολική ενέργεια να πέφτει από το 80% που είναι σήμερα, στο 50% περίπου στο μέσο του αιώνα, με το άλλο 50% να παρέχεται από ανανεώσιμες πηγές. Το φυσικό αέριο θα γίνει η μεγαλύτερη πηγή παροχής ενέργειας το 2026 και θα αγγίξει το 25% της παγκόσμιας ενεργειακής ζήτησης το 2050. Το πετρέλαιο θα έχει φτάσει στην κορύφωσή του το 2023 και το κάρβουνο έχει ήδη κορυφωθεί. Τα ηλιακά φωτοβολταϊκά (16% της παγκόμιας παροχής ενέργειας) και η αιολική ενέργεια (12%) θα εξελιχθούν στους πιο σημαντικούς «παίκτες» μεταξύ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Η χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας σαν τάση, ήδη υπάρχει στην αυτοκινητοβιομηχανία. Από το 2027 τα μισά από τα αμάξια που θα πουληθούν στην Ευρώπη, θα λειτουργούν με μπαταρία και το ίδιο θα πραγματοποιηθεί πέντε χρόνια αργότερα στην Κίνα, την Ινδία και τη Βόρεια Αμερική. Αυτό θα συνεισφέρει σε μία γενική μείωση της ζήτησης ενέργειας, όσον αφορά τον τομέα των μεταφορών, από 27% σε 20% ως το 2050.
Η μειωμένη ανάγκη για ενέργεια θα αντανακλάται στις επενδύσεις, με τις γενικές δαπάνες να πέφτουν στο 3,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ από το 5,5% που είναι σήμερα. Καθώς τα ορυκτά καύσιμα θα έχουν μικρότερο κομμάτι μιας μικρότερης πίτας, τα έξοδα θα πέσουν περίπου κατά ένα τρίτο, σε δολάρια ΗΠΑ2.1 τρισεκατομμύρια. Αυτό θα εξισορροπηθεί με τον τριπλασιασμό των δαπανών, τόσο για τις ανανεώσιμες πηγές (δολάρια ΗΠΑ 2,4 trn) όσο και για το ρεύμα (δολάρια ΗΠΑ 1,5 trn). Η φύση των επενδύσεων επίσης θα τροποποιηθεί, μιας και τα αιολικά και φωτοβολταϊκά projects απαιτούν μεγαλύτερο αρχικό επενδυτικό κεφάλαιο και λιγότερες λειτουργικές δαπάνες, σε αντίθεση με τα gas & oil projects.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη θα ξεπεράσει το όριο των 2 βαθμών Κελσίου που είχε τεθεί στη Συμφωνία των Παρισίων. Παρ’ όλα αυτά, λόγω της φύσης της ενεργειακής μετάβασης που έχει περιγραφεί παραπάνω, θα υπάρχει διαθέσιμο κεφάλαιο για έκτακτα μέτρα, προκειμένου να μειωθούν επιπλέον οι εκπομπές ρύπων άνθρακα. Σύμφωνα με τον DNV GL δεν υπάρχει ένα μαγικό ραβδάκι – η ενεργειακή αποδοτικότητα, οι ανανεώσιμες πηγές, και η τεχνολογία δέσμευσης ρύπων άνθρακα και αποθήκευσής του (CCS), θα πρέπει να ενισχυθούν για να καταπολεμηθεί η κλιματική αλλαγή.
«Κρίνεται αναγαίο να χρηματοδοτήσουμε τη δυνατότητα της ενεργειακής μετάβασης και να πάρουμε έκτακτα μέτρα για να δημιουργήσουμε ένα βιώσιμο μέλλον. Έχουμε μία ευκαιρία να επιτύχουμε αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας, της ανανεώσιμης ενέργειας και της τεχνολογίας δέσμευσης ρύπων άνθρακα και αποθήκευσής του, συμβαδίζοντας τοιουτοτρόπως με τη Συμφωνία των Παρισίων, αλλά πρέπει να δράσουμε τώρα», είπε ο Eriksen.
Η DNV GL μεταξύ άλλων υπηρετεί τις πηγές ανανεώσιμης ενέργειας και τη gas & oil βιομηχανία. Το Energy Transition Outlook έχει εξελιχθεί σε κορυφαία, αμερόληπτη φωνή για το μέλλον της ενέργειας. Στη δεύτερη χρόνιά του, το μοντέλο έχει επιπλέον εξευγενιστεί και έχει παράξει μια πιο επιθετική πρόβλεψη σχετικά με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας (45% ενεργειακή ζήτηση ανά μεταφορέα αντί για 40%), παρόλο που η συνολική ενεργειακή ζήτηση είναι λίγο υψηλότερη (6%).
Του Αντώνη Τσιμπλάκη
naftemporiki.gr