Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας
Ενδιαφέροντα

Η κλασική ταινία “Καζαμπλάνκα” και η προσφυγική κρίση [φωτό]

Το κλασικό αριστούργημα του Μίκαελ Κάρτιτζ, με τον Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και την Ινγκριντ Μπέργκμαν, δίνει τα εργαλεία για να καταλάβει κανείς καλύτερα τη σημερινή προσφυγική κρίση.

Η «Καζαμπλάνκα» είναι μια κλασική ταινία, που δεν πιστεύει κανείς ότι θίγει το προσφυγικό. Πρόκειται για μια μεγαλειώδη ερωτική ιστορία που παίζεται με σμόκιν, βραδινές τουαλέτες και κοκτέιλ σαμπάνιας και δεν μοιάζει να έχει πολλά κοινά με την ανθρωπιστική τραγωδία που διαδραματίζεται σήμερα στην Ευρώπη. Αλλά κάτω από το γκλάμουρ ενός κλασικού αριστουργήματος του Χόλιγουντ, η «Καζαμπλάνκα» είναι ταινία που μιλάει για μια προσφυγική κρίση. Είναι ταινία που επιμένει στον ανθρώπινο χαρακτήρα των προσφύγων, που είναι σχεδόν όλοι οι ήρωές της.

Η εμβληματική αυτή ταινία διαδραματίζεται σε μια εποχή που τα προσφυγικά κύματα ήταν μαζικά και εξίσου τραγικά με τα σημερινά. Η ταινία πρωτοπροβλήθηκε το 1942 και μιλάει για μια εποχή κατά την οποία (αντίθετα με ό,τι συμβαίνει σήμερα) οι Ευρωπαίοι διέσχιζαν τη Μεσόγειο για να προστατευτούν, κυνηγημένοι, στις αραβικές χώρες. Οπως αναφέρεται στο ξεκίνημα της ταινίας, «ήταν η αρχή μιας μακράς και δύσκολης διαδρομής γι’ αυτούς τους πρόσφυγες. Από το Παρίσι στη Μασσαλία, μετά από τη Μασσαλία στο Οράν. Και από εκεί, με τρένο, με αυτοκίνητο, με τα πόδια, έφταναν στην Καζαμπλάνκα, στο Μαρόκο».

Στην πραγματικότητα, χιλιάδες Ευρωπαίοι έφτασαν στο (τότε γαλλικό) Μαρόκο κατά τη διάρκεια του πολέμου, όπως μαρτυρά το παρακάτω απόσπασμα από τις επικαιρότητες της British Pathé του 1943:

 

Στην ταινία, οι φρικαλεότητες εκείνης της περιόδου τονίζονται ελάχιστα. Ωστόσο, γίνεται συχνά λόγος για «στρατόπεδα συγκέντρωσης», πολύ πριν οι αποκαλύψεις του Ολοκαυτώματος γίνουν γνωστές στις τρομακτικές τους λεπτομέρειες. Στην ταινία γίνεται λόγος, βέβαια, για τα στρατόπεδα που είχαν εγκατασταθεί στο Μαρόκο από το δικτατορικό καθεστώς του Βισύ της Γαλλίας, και στα οποία «πάρκαραν» Εβραίους πρόσφυγες και πολιτικούς κρατούμενους, τους οποίους υποχρέωναν σε εργασία στην κατασκευή σιδηροδρόμων και άλλων δημοσίων έργων, κάτω από άθλιες συνθήκες.

Στην «Καζαμπλάνκα» η θρησκεία δεν αναφέρεται πουθενά, αν και χωρίς αμφιβολία οι περισσότεροι πελάτες στο «Café Américain» του Ρικ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ) ήταν Εβραίοι που είχαν καταφύγει εκεί για να γλιτώσουν από τους Ναζί. Παρότι οι συνθήκες της εποχής περιγράφονται μέσα στην ταινία εντελώς επιφανειακά, η δραματικότητα του έργου έγκειται στο γεγονός ότι άνθρωποι βρίσκονται στριμωγμένοι στα σχοινιά και δεν μπορούν να ξεφύγουν.

«Να περιμένες, πάντα να περιμένεις! Δεν θα ξεφύγω ποτέ. Θα πεθάνω στην Καζαμπλάνκα», παραπονιέται ένας από τους πελάτες του καφέ στην αρχή της ταινίας.

«Αύριο ίσως θα πάρουμε το αεροπλάνο για τη Λισσαβώνα», ελπίζει στην ταινία η Annina Brandel, η νεαρή Βουλγάρα πρόσφυγας, η οποία εγκατέλειψε τη χώρα της γιατί δεν ήθελε τα παιδιά της να μεγαλώσουν σε μια χώρα «όπου ο διάβολος κρατάει τον λαό από τον λαιμό».

Κάποιοι είναι πολιτικοί πρόσφυγες, όπως ο Βίκτορ Λάζλο, σύζυγος της Ιλσα, την οποία ενσαρκώνει η Ινγκριντ Μπέργκμαν. Αλλά οι περισσότεροι είναι συνηθισμένοι άνθρωποι, με αβέβαιη ύπαρξη, εγκαταλειμμένοι στα παιχνίδια της μοίρας και των γεωπολιτικών συνθηκών τις οποίες δεν μπορούν να ελέγξουν.

Στην αρχή της ταινίας ακούγεται ότι πέτυχαν τη διαφυγή χάρη «στα χρήματα, τις σχέσεις ή την τύχη». Αλλά ακόμη και αυτοί που έχουν τον τρόπο αντιμετωπίζουν καταστάσεις που δεν μπορούν να προβλέψουν. Μια γυναίκα ψάχνει έναν τρόπο να πουλήσει τα διαμάντια της, αλλά της λένε ότι η αγορά έχει πέσει πολύ χαμηλά, αφού όλοι πουλάνε. Ο πρώην διευθυντής «της δεύτερης μεγαλύτερης τράπεζας του Αμστερνταμ» ακούει να του λένε ότι «ο πρώτος τραπεζίτης έγινε εδώ επικεφαλής ζαχαροπλάστης».

Η ταινία αφήνει να εννοηθεί ότι τα περάσματα και τα ψεύτικα διαβατήρια είναι στα χέρια της μαύρης αγοράς, όπως και σήμερα. Εγκληματίες ή απατεώνες, όπως ο Ουγκάρτε ή ο Φεράρι, εξηγούν στον Ρικ (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ) ότι «μπορούν να πλουτίσουν» με τους πρόσφυγες που είναι «το πρώτο προϊόν» στην Καζαμπλάνκα.

Αν ο αρχηγός της αστυνομίας Λουί Ρενό (τον ενσαρκώνει ο ηθοποιός Claude Rains) εμφανίζεται σαν ένας συμπαθητικός πονηρούλης, στην ταινία αποδεικνύεται ένα αχόρταγο γεράκι που ζητάει σεξ σε «ωραία κορίτσια», όπως η Ανίμα, για να τους παράσχει έναν τρόπο εξόδου από την πόλη.

Το εκπληκτικό στην ταινία «Καζαμπλάνκα» είναι ότι οι περισσότεροι από τους ηθοποιούς είναι οι ίδιοι πρόσφυγες. Ο Paul Henreid (Λάζλο), ο Peter Lorre (Ουγκάρτε) και ο Conrad Veidt (Στράσερ) είχαν όλοι εγκαταλείψει την Ευρώπη πριν από την άνοδο του Χίτλερ. Το ίδιο και πολλοί ηθοποιοί που παίζουν δεύτερους ρόλους στην ταινία και αναδεικνύουν με την ιδιαίτερη προφορά τους στα αγγλικά όλη τη γεύση και το βάθος του κλασικού αριστουργήματος που είναι η «Καζαμπλάνκα».

Το ηθικό δίδαγμα της «Καζαμπλάνκα», παραγωγή της Warner την εποχή του Περλ Χάρμπορ, θεωρείται συχνά ως ένα δείγμα του αμερικανικού απομονωτισμού. Ο Ρικ είναι Αμερικανός, απόμακρος και εγωιστής, αλλά υποχρεώνεται να επιλέξει στρατόπεδο και να στρατευτεί στον αγώνα εναντίον του φασισμού. Η μεταμόρφωσή του δεν γίνεται μέσω της βίας -παρότι αναγκάζεται να δολοφονήσει τον Στράσε- αλλά μέσω της συμπόνοιας: δέχεται να βοηθήσει τον Λάζλο, αλλά και τον έρωτα της ζωής του, την Ιλσα, να φύγουν για την Αμερική.

enloutrakio

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button