Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας
Ενδιαφέροντα

Κατίνα Παξινού : Πρέπει να γεμίζουμε την ψυχή μας με ήλιο κι αυτόν τον ήλιο να τον χαρίζουμε και στους άλλους..

Η πρώτη Ελληνίδα ηθοποιός που κατάφερε να σταθεί στο Χόλλυγουντ με δικούς της όρους και να διαπρέψει θεατρικά και κινηματογραφικά στην Ευρώπη. Στις 22 Οκτωβρίου του 1960 παραιτήθηκε από το εθνικό θέατρο.-Από τη Μανταλένα Μαρία Διαμαντή
Η φωνή της έχει συνδυαστεί με μία από τις πιο ισχυρές εκφράσεις της τραγικότητας στο πεδίο του θεατρικού λόγου. Ιδανική ερμηνεύτρια των μεγάλων τραγικών ρόλων, δεν άφησε πίσω της μόνο λαμπρές ερμηνείες, αλλά δημιούργησε μια ολόκληρη υποκριτική παράδοση γύρω από την απόδοση και την εκφορά του τραγικού λόγου. Μπορούσε να ερμηνεύει δραματικούς ρόλους κάθε θεατρικού ύφους, από την αρχαία ελληνική τραγωδία μέχρι το “μπρεχτικό” θέατρο. Έδωσε σε χαρακτήρες του παγκόσμιου θεάτρου λίγη από τη λάμψη της. Δεν θα μπορούσε να είναι άλλη από την κορυφαία τραγωδό, που πίστευε ότι “πρέπει να γεμίζουμε την ψυχή μας με ήλιο κι αυτόν να τον χαρίζουμε και στους άλλους”. Την Κατίνα Παξινού.

Γεννήθηκε στον Πειραιά στις αρχές του περασμένου αιώνα. Το πραγματικό της όνομα ήταν Κατίνα Κωνσταντοπούλου. Ξεκινά τη θητεία της στην τέχνη με μουσικές σπουδές στη Γενεύη και στο Βερολίνο. Το 1929 είναι ο πρώτος θεατρικός ρόλος της στην πρόζα είναι στο θέατρο Κοτοπούλη, στο «Γυμνή Γυναίκα»  του Μπατάιγ, που την καθιερώνει και ως πρωταγωνίστρια δραματικών ρόλων.

Το 1931 συνεργάζεται με τον κορυφαίο Έλληνα ηθοποιό Αιμίλιο Βεάκη,  με τον οποίο εισχωρεί στον συνεταιρικό θίασο του Αλέξη Μινωτή.

Πρωτοεμφανίζεται στην όπερα του Δημήτρη Μητρόπουλου «Αδελφή Βεατρίκη».

Η μουσική της κατάρτιση τη βοηθά να εξερευνήσει τα βάθη του ποιητικού λόγου των τραγικών, εκφράζοντας τη μουσική του θρήνου, την αγωνία της ύπαρξης μέσα από τον αρχαίο λόγο. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι αργότερα θα γράψει η ίδια τη μουσική για την παράσταση της τραγωδίας «Οιδίπους Τύραννος», που σκηνοθετεί ο Αλέξης Μινωτής.

Η Κατίνα Παξινού, θεωρείται ισχυρή κυρία του ελληνικού θεάτρου για δεκαετίες. Το όνομά της συνδέεται με τη μεγάλη περίοδο του Εθνικού Θεάτρου κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, επί εποχής Φώτου Πολίτη. Αλλά και μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν επιστρέφει από την Αμερική, όπου είχε καταφύγει από το 1940 μέχρι το 1952, ερμηνεύει ρόλους που της χαρίζουν τη φήμη της κορυφαίας, της ανεπανάληπτης τραγωδού… Εκάβη, Μήδεια, Αγαύη, Ιοκάστη, Κλυταιμνήστρα και πολλές άλλες…Η θυελλώδης σχέση της με τον Αλέξη Μινωτή  είναι καθοριστική για την ελληνική θεατρική ζωή, τόσο στην κρατική όσο και στην ιδιωτική θεατρική σκηνή.

Το 1939, η Κατίνα Παξινού μαζί με την Ελένη Παπαδάκη και τον Κωστή Μπαστιά, σε μια λήψη της αγγλικής τηλεόρασης, όταν το Εθνικό θέατρο βρέθηκε στο Λονδίνο, με την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή.

 

 

 

“Η Κατίνα Παξινού είναι η ηθοποιός της ψυχής, ενσάρκωνε τους χαρακτήρες που υποδύονταν από τα βάθη του είναι της, δεν υποκρίνονταν, δεν έκανε εξωτερικές μιμήσεις, έπλαθε ολοζώντανες ποιητικές μορφές. Με την ίδια όψη, με την ίδια φωνή με την ίδια ψυχικότητα με παράφορη πάντα πλαστουργική δύναμη μετουσίωνε τα θεατρικά πρόσωπα συγχωνεύοντας τα με τη δική της πρωτεϊκή φύση” είπε ο μέντορας της Μινωτής για τη γυναίκα της ζωής του. Παντρεύτηκαν το 1940 και μένουν μαζί για τα επόμενα 40 χρόνια. Ο πρώτος της γάμος ήταν με τον βιομήχανο Παξινό, και απέκτησε μαζί του δύο κόρες. Η μεγαλύτερη, η Έθελ, δυστυχώς πέθανε. “Είμαι ένας άνθρωπος όπως όλοι. Έζησα. Έκανα παιδιά. Έθαψα παιδιά. Και πόνεσα θάβοντας αυτά τα παιδιά” είπε κάποτε σχολιάζοντας το χαμό της κόρης από λευχαιμία.

Η παρουσία της στον κινηματογράφο -αν και περιορισμένη- είναι εξίσου έντονη. Επιβραβεύεται με Όσκαρ Β’ γυναικείου ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα». Όταν της προτείνουν το ρόλο λέει: “Είμαι ίδια. Αλλά δοκιμαστικό δεν κάνω”. Με διάφορα επιχειρήματα παίρνει το ρόλο, τελικά, αναγκάζοντας το συνεργείο να χρησιμοποιήσει τρεις κάμερες ταυτόχρονα για να κινηματογραφήσουν την ερμηνεία της ολοκληρωμένη. “Είμαι ηθοποιός του θεάτρου, παίζω το ρόλο εξελικτικά και σε συνέχεια χρόνου. Το σπάσιμο σε μικρά, ανεξάρτητα κινηματογραφικά πλάνα με αποδιοργανώνει” έλεγε η σπουδαία τραγωδός.

Η Κατίνα Παξινού ήταν η πρώτη μη Αμερικανίδα ηθοποιός που κέρδισε Όσκαρ Β γυναικείου ρόλου στην πρώτη εμφάνιση της στην οθόνη.

 

Είναι η πρώτη μη Αμερικανίδα ηθοποιός που πετυχαίνει να κερδίσει Όσκαρ. “Το δέχομαι για λογαριασμό όλων των συναδέλφων μου, του Εθνικού θεάτρου, ζωντανών ή νεκρών” λέει στον ευχαριστήριο λόγο της, ενώ δεν είναι δυνατό να γνωρίζει ποιοι είχαν επιβιώσει και ποιοι όχι στον πόλεμο.

 Ο Ευγένιος Ο`Νιλ είπε κάποτε για εκείνη: “Είναι τόσο σπάνιο στον καιρό μας να ανταμώσει κανείς στο θέατρο μια τόσο εκλεκτή και απλή γυναίκα και συνάμα μια τόσο σπουδαία καλλιτέχνιδα.”

Η Κατίνα Παξινού ανάμεσα στην Ίνγκριντ Μπέργκμαν και τον Γκάρυ Κούπερ στην ταινία “Για ποιόν χτυπά η καμπάνα”, από το μυθιστόρημα του Έρνεστ Χέμινγουαίη, στον ρόλο της επαναστάτριας Πιλάρ, που της χάρισε το Όσκαρ Β` ρόλου.

Συνεργάζεται με μεγάλους σκηνοθέτες, όπως ο Όρσον Ουέλς και ο Λουκίνο Βισκόντι. Η υποκριτική της εμβέλεια της δίνει τη δυνατότητα να ερμηνεύει ρόλους αντίθετους μεταξύ τους, αναδεικνύοντας κάθε φορά νέες εκδοχές της εκφραστικής δεινότητας. Καμία άλλη ηθοποιός δεν ενσάρκωσε τόσο συγκλονιστικά τη μάνα στο «Ματωμένο γάμο», στην «Εκάβη» και στη «Μάνα κουράγιο» όσο εκείνη…

Την περίοδο που σπούδαζα δημοσιογραφία, είχα την τύχη να έχω καθηγητή μου τον σπουδαίο κριτικό θεάτρου, Κώστα Γεωργουσόπουλο, ο οποίος μιλούσε με δέος για την κορυφαία ηθοποιό. «Είχες πολλές φορές την εντύπωση πως η Παξινού αυξομείωνε το δέμας της, ψήλωνε και απλωνόταν ως σωματικό σημείο ανάλογα με το μέγεθος του χώρου ή τις απαιτήσεις του ρόλου» είπε για εκείνη.

Τον θυμάμαι να μας συζητά για το «κύκνειο άσμα» της. Το «Μάνα Κουράγιο» του Μπέρτολντ Μπρεχτ. “…H μεγάλη ηθοποιός ενσάρκωνε το συντριπτικό ρόλο σφαδάζοντας και η ίδια από τον καρκίνο που την ταλαιπωρούσε και που την έστειλε σε λίγο χρόνο στο θάνατο…». Από το 1969 η Παξινού γνωρίζει ότι έχει καρκίνο και μάλιστα σε καλπάζουσα μορφή. Οι πόνοι, όπως ανέφεραν αργότερα φίλοι και συνεργάτες ήταν φρικτοί και όμως η πίστη στην μεγάλη της αγάπη, το θέατρο, της έδιναν τη δύναμη να είναι παρούσα μέχρι το τέλος. Ένα χαρακτηριστικό ήταν ότι στη τελευταία παράστασή της, στο έργο «Μάνα Κουράγιο» του Μπρέχτ, έβγαινε κάθε βράδυ στη σκηνή σέρνοντας ένα κάρο. Η αγάπη του κόσμου μεγάλη, λίγο πριν φύγει από τη ζωή, εμφανίστηκε στην Επίδαυρο σαν θεατής. Εκεί όλος ο κόσμος χειροκρότησε όρθιος απονέμοντας έτσι την τιμή που άρμοζε σε μια μεγάλη γυναίκα της τέχνης. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1973 φεύγει από τη ζωή χάνοντας τη μάχη με την επάρατη νόσο.

 

Ο Παναγιώτης Kανελλόπουλος στο αποχαιρετιστήριο άρθρο του για την Παξινού στη “Nέα Eστία” γράφει για εκείνη: “Όταν φεύγει μια μεγάλη ηθοποιός, φεύγουν όλα τα πρόσωπα που είχε εκείνη ενσαρκώσει. H αθέατη αυτή συνοδεία προσώπων έχει κάτι το ιερό και ανατριχιαστικά μυστηριακό. Tο αισθάνθηκα για πρώτη φορά ιδιαίτερα όταν είδα να οδηγείται στην τελευταία της κατοικία η Kατίνα Παξινού. Έκλεισα μια στιγμή τα μάτια μου και είδα να τη συνοδεύουν και να φεύγουν για πάντα μαζί της η Hλέκτρα, η Eκάβη και η Mπερνάρντα Άλμπα, η Iοκάστη και η Άννα Kρίστι, η Άτοσσα και η Πιλάρ, η Φαίδρα και η Έντα Γκάμπλερ, η Hλέκτρα, η Mήδεια και η Mάνα Kουράγιο και άλλες μορφές που έτσι όπως τις είχε ενσαρκώσει η Kατίνα δεν πρόκειται ποτέ πια να περπατήσουν πάνω στη Γη.”

Ο μύθος της πέρασε στην ιστορία… Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η Kατίνα Παξινού είναι η Ελληνίδα που έκανε εμάς τους Έλληνες υπερήφανους…

 

enloutrakio

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button