Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας
Η Αγγελική Προτείνει

Η ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΜΠΟΥΛΙΑΡΗ ΠΡΟΤΕΙΝΕΙ: Η ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ

Εκπαιδευτικός- Συγγραφέας 

Η ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΟΥ ΘΡΟΝΟΥ, Τάσου Αθανασιάδη

Στο μυθιστόρημά του αυτό ο Τάσος Αθανασιάδης περιγράφει μια ομάδα από
νέους και νέες, με διαφορετική ψυχοσύνθεση, όνειρα και επιδιώξεις ο
καθένας, που περνούν τις καλοκαιρινές διακοπές τους σε ένα φανταστικό νησί
των Κυκλάδων ξένοιαστα και ανέμελα. Φαινομενικά όμως, γιατί πίσω από την
φαινομενική τους μακαριότητα, κάτω από το θάμβος του αιγαιοπελαγίτικου
ουρανού, στο βάθος τους όλα αυτά τα νέα παιδιά παλεύουν μέσα τους με μια
κρυφή αγωνία να βρουν το δρόμο τους, να συντονίσουν τη ζωή τους με την
πίστη τους και τα ιδανικά τους, να κατασταλάξουν πνευματικά, και να πάρουν
σοβαρές αποφάσεις, που θα έχουν άμεσες συνέπειες στην εξέλιξή τους και
στο μέλλον τους.
Τις ψυχολογικές αντιδράσεις τους μπροστά στα γεγονότα, που αιφνιδιάζουν
τα σχέδιά τους γι' αυτό το μέλλον, μας τις ζωντανεύει ο συγγραφέας των
«Πανθέων» με σκηνές αλληλοδιάδοχες από αισθησιακή μέθη και δραματική
αβεβαιότητα.
Ο συμβολικός τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από τα λεγόμενα ενός
εκ των ηρώων του βιβλίου, του περ Γκρεγκουάρ, φραγκισκανού καλόγερου
και καθηγητή τους στο λύκειο: «Έρχεται μια μέρα όπου η μεγαλειότητά μας, ο
εαυτός μας, είναι ανάγκη να περάσει στην αίθουσα του θρόνου με τους
αυλικούς του, το νου και την καρδιά, για να αποφασίσει πάνω στον
καταστατικό χάρτη της ζωής του, δηλαδή ν’ ασχοληθεί με το μέλλον του…»
Το βιβλίο αρχίζει και τελειώνει με την ίδια παράγραφο με την ίδια μαγευτική
εικόνα: «Τούτη την ώρα που το νησί ξεκόβει σα γαλέρα απ’ την καταχνιά με
λατίνια μύλους και τρούλους, μοιάζει να ταξιδεύει σε καιρούς του Αιγαίου
παλιούς, όταν οι κρινοδάχτυλες πριγκιπέσες της Παροναξίας το ’παιρναν
προίκα μαζί μ’ ένα ρόδι για γούρι…»
Ο δημιουργός είχε μια αξιοθαύμαστη σύλληψη της ιδέας, των χαρακτήρων,
του τόπου και του κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ξετύλιξε
αριστοτεχνικά την ιστορία του. Η αφήγηση είναι πολυπρόσωπη, η ζωή του
ενός ήρωα μπλέκεται με την ζωή του άλλου, και απεικονίζεται ρεαλιστικά η
ελληνική αστική κοινωνία. Οι χαρακτήρες, παρά τις αντιφάσεις τους, είναι
συγκροτημένοι και βαδίζουν στο δρόμο του εσωτερικού τους πεπρωμένου. Η
γλώσσα είναι πλούσια, όμορφη, γοητευτική ενώ το μυθιστόρημα είναι γεμάτο
φιλοσοφικά θέματα, τα οποία ωστόσο, κάθε άνθρωπος αντιμετωπίζει στο
ξετύλιγμα της δικής του ζωής, μέσα από την καθημερινότητά του, άλλοτε
περισσότερο και άλλοτε λιγότερο συνειδητά.
Προσωπικά, στην εκ νέου ανάγνωσή του, μετά από πολλά χρόνια, ξαναβρήκα
την εφηβεία και τη νιότη μου και όλα τα ζητήματα που μας απασχολούσαν
τότε:

Το καλό και το κακό, ο ορισμός τους και η πάλη τους, το ηθικό και το ανήθικο,
το κοινωνικά αποδεκτό ή όχι, το συνεπές και το οπορτουνιστικό, η
απομάκρυνση από την καθημερινή ζωή για τη διαφύλαξη της ψυχής ή ο
αγώνας μέσα στη ζωή, το κοινωνικό καθήκον ενάντια στο ατομικό συμφέρον,
η αναζήτηση πλαισίων για μια ζωή πέρα από τα συνηθισμένα, μια ζωή με
νόημα πέρα από την αποδοχή του τυχαίου, γενικά η αναζήτηση της ουσίας
και συνεπώς της ισορροπίας και της γαλήνης που η εύρεσή της (της ουσίας)
φέρνει στην ψυχή.
Θίγεται το θέμα μια θρησκείας χωρίς κυρώσεις, η οποία να προετοιμάζει τον
άνθρωπο για τη ζωή, και να του δίνει τη δυνατότητα να πλάσει τη ζωή του
όπως του ταιριάζει, της ευδαιμονιστικής αντίληψης, της ματαιότητας της
επίγειας δημιουργίας, της αμαρτίας, της αναγκαιότητας του κακού, της
ειλικρινούς μετάνοιας και της δυνατότητας επανόρθωσης, καθώς και της
δύναμης της συγχώρεσης.
Όλα αυτά δεν δίνονται θεωρητικά, αλλά μέσα από ουσιαστικούς διαλόγους (αν
και κάποιες φορές δεν αιτιολογείται επαρκώς η έναρξη του διαλόγου), και την
ενδιαφέρουσα εξέλιξη της πλοκής.
Σ’ αυτό το σημείο, ας μου επιτραπεί να πω ότι θα προτιμούσα να έλειπαν
κάποιες επαναλήψεις φράσεων (όπως π.χ. «Χριστιανός και Έλλην»), οι
οποίες δεν προσέδωσαν κατά τη γνώμη μου περαιτέρω λογοτεχνική αξία στο
κείμενο, και οι οποίες υποσυνείδητα παραπέμπουν τους μεγαλύτερους σε
ηλικία αναγνώστες στην εποχή που γράφτηκε το βιβλίο (1969, τρίτο έτος της
επταετούς δικτατορίας).
Αντιθέτως, θα προτιμούσα μεγαλύτερη ανάπτυξη των κεντρικών χαρακτήρων
του Λουκά και της Γλαύκης.
Λιγότερα, επίσης, θα προτιμούσα να ήταν τα προφητικά όνειρα, και η
διαισθητική ικανότητα να χαρακτήριζε λιγότερα άτομα. Επιπλέον, να μην
αποκάλυπτε ο συγγραφέας το βασικό μυστικό της ιστορίας μέσω ενός
ονείρου, αλλά να υπήρχε ένας άλλος συσχετισμός μεταξύ του ονείρου και της
αντίληψης της πραγματικότητας από το πρόσωπο που το ονειρεύτηκε.
Πάντως, το μυθιστόρημα «Η αίθουσα του θρόνου» εξακολουθεί να διαβάζεται
και σήμερα με μεγάλη ευχαρίστηση και αδιάπτωτο ενδιαφέρον. Σ’ αυτό
συντελούν η λογοτεχνική του αξία, αλλά, νομίζω, και η στροφή του σύγχρονου
ανθρώπου προς τη θρησκεία γενικότερα καθώς και προς τις εναλλακτικές
φιλοσοφίες/θεωρίες για έναν τρόπο γαλήνιας και ήρεμης ζωής, και επομένως
και προς τα βιβλία που ενδεχομένως ικανοποιούν αυτήν την περιέργεια και
ανάγκη.
Την «Αίθουσα του θρόνου», μεταφρασμένη στα γερμανικά, το1981,
υποδέχτηκε με εγκωμιαστικά σχόλια η ξένη κριτική. Το βιβλίο χαρακτηρίστηκε

«Ένα αριστούργημα από την Ελλάδα», «Ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά
μυθιστορήματα της εποχής μας», «Έπος συμφιλίωσης των λαών».
Φαντάζομαι ότι η ανάγνωση του βιβλίου προσέφερε, εκτός από τη
λογοτεχνική, και μία ακόμη ξεχωριστή ευχαρίστηση στους Γερμανούς
αναγνώστες, δεδομένου ότι μέσα στην ιστορία τονίζεται η ειλικρινής
μεταμέλεια και συντριβή του Γερμανού κατακτητή, και η εμπιστοσύνη στη
συγχώρεση και άφεση των αμαρτιών.
Το έργο μεταφράστηκε, επίσης, στα Ρουμανικά, το 1992.

enloutrakio

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button