Ο δύσκολος χειμώνας της Ευρώπης – Για συνθήκες «πολέμου» ετοιμάζεται η Ελλάδα…
Ο πρωθυπουργός δεν έκρυψε την κρισιμότητα της κατάστασης για τις ημέρες του χειμώνα που έρχονται: «Είμαστε σε πόλεμο», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ακόμα και αν η Ευρώπη γεμίσει τις δεξαμενές φυσικού αερίου, θα βρεθεί αντιμέτωπη με έναν «επικίνδυνο χειμώνα». Η Ελλάδα δεν αποτελεί εξαίρεση στην ενεργειακή φτώχεια που αναμένεται να πλήξει την Ευρώπη, παρ’ όλο που οι έως τώρα εκτιμήσεις, με όλα τα δεδομένα παραγωγής, εισαγωγών, εξαγωγών και αποθήκευσης συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι βρίσκεται σε πιο ευνοϊκή θέση, συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ, λόγω TAP και Ρεβυθούσας.
Υπάρχουν ωστόσο αμφιβολίες: «Η χώρα μας, όπως και άλλες χώρες, μοιάζουν να στρέφονται στη λύση του υγροποιημένου αερίου, το οποίο ωστόσο χαρακτηρίζεται από πολύ μεγαλύτερη μεταβλητότητα τιμών σε σχέση με το αέριο αγωγών» προειδοποίησε προ ημερών, μιλώντας στο CNN Greece, ο καθηγητής ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Χάρης Δούκας.
Προτεραιότητα στο ρεύμα έναντι των καυσίμων
«Δεν θα κρύψω ότι η παγκόσμια συγκυρία είναι δύσκολη. Και παντού, κάθε μέτρο μοιάζει μικρό μπροστά στις μεγάλες ανάγκες. Αλλά γνωρίζω καλά και τις ικανότητες που δείξαμε στις δοκιμασίες που ζήσαμε. Όπως και τη δύναμη της ενότητας και της σταθερότητας. Ένα, λοιπόν, μπορώ να υποσχεθώ: Ότι θα είμαστε δίπλα σε κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα, μέχρι να περάσει και αυτή η τρικυμία. Μέχρι να βγούμε ξανά νικητές. Όλοι μαζί».
Με αυτή τη δήλωση ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σκιαγράφησε με μελανό, πλην όμως ρεαλιστικό τρόπο, την κατάσταση στην Ελλάδα, όπως ο ίδιος και η κυβέρνησή του αναμένουν να διομορφωθεί τον χειμώνα. Στη δήλωσή του ωστόσο ήταν εμφανής ηπροσπάθεια εμψύχωσης των πολιτών, ότι η κυβέρνηση θα σταθεί στο πλευρό τους.
«Η κυβέρνηση θα εξαντλεί κάθε δημοσιονομικό περιθώριο ώστε να προστατεύει την αγοραστική δύναμη των πολιτών. Όμως τα περιθώρια έχουν και όρια. Και όποιος υπόσχεται εύκολες λύσεις λέει, απλώς, εύκολα ψέματα» προσέθεσε ο ίδιος.
Έχοντας αποβάλει από πάνω του την πίεση των πρόωρων εκλογών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ξεκαθάρισε επί της ουσίας ότι «δημοσιονομικά δεν αντέχουμε» τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα.
Αντ’ αυτού προτίμησε να δώσει προτεραιότητα στην μείωση του κόστους παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και όχι στα καύσιμα. Η ηλεκτρική ενέργεια έχει μεγαλύτερη επίδραση στην οικονομία, αλλά και στην τσέπη του πολίτη, όπως αποδείχθηκε με τους υπέρογκους λογαριασμούς ρεύματος, που η κυβέρνηση αναγκάστηκε τελικά να επιδοτήσει και να προχωρήσει στο πάγωμα της ρήτρας αναπροσαρμογής. Υποτιμήθηκε αρχικά το πρόβλημα και υπήρξε διόρθωση, αναδίπλωση θα έλεγαν ορισμένοι. Πολλοί ήταν οι πολίτες που από την εποχή της οικονομικής κρίσης χρησιμοποιούσαν ηλεκτρικές συσκευές για τη θέρμανσή τους το χειμώνα, καθώς πολλά διαμερίσματα στις πολυκατοικίες αδυνατούσαν οικονομικά να καλύψουν την αγορά πετρελαίου. Παρομοίως, μεγάλα ήταν τα προβλήματα στο εμπόριο και τη βιομηχανία. Το υψηλό κόστος ρεύματος εκτόξευσε τις τιμές στην αγορά.
Στροφή στο «εθνικό καύσιμο»
Έτσι, με στόχο τη διασφάλιση ενεργειακής επάρκειας σε τιμές χαμηλότερες από τις τρέχουσες, ως μέτρο πρώτης προτεραιότητας αξιολογείται πλέον ο διπλασιασμός της λιγνιτικής παραγωγής από τις 5 σε 10 τεραβατώρες σε ορίζοντα δωδεκαμήνου. Το 2021 η παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη ανήλθε σε 5,3 TWh, ενώ η αρχική πρόβλεψη για φέτος ήταν 4,3 TWh με κατανάλωση 10,4 εκατ. τόνων λιγνίτη.