Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος της εφημερίδας μας
Ενδιαφέροντα

Κομοτηνή: Eφυγε η αιωνόβια γιαγιά Δέσποινα από την Καππαδοκία

Έζησε μια ζωή πλούσια σε χαρές, με περιπέτειες, με μοναδικές στιγμές, αλλά και μεγάλες λύπες. Η γιαγιά Δέσποινα αύριο στις δώδεκα το μεσημέρι στον Άγιο Στυλιανό θα ακούσει δισέγγονα, εγγόνια, κόρες και άλλα αγαπημένα της πρόσωπα να της λένε το τελευταίο «αντίο». Εκείνη σήμερα κίνησε για το μακρύ «ταξίδι» που θα τη φέρει κοντά στον γιο της Νίκο και στον άντρα της, τον παππού Σταύρο με τον οποίο έζησε μια ζωή μαζί.

Ένα βαπόρι την έφερε στην Ελλάδα. Έτσι έλεγε η Δέσποινα Φαρασοπούλου, η γιαγιά Δέσποινα που ορφανή από πατέρα έζησε την πίκρα της προσφυγιάς κοριτσάκι ακόμη. «Το ταξίδι κράτησε δεκαοκτώ μέρες» μου είχε πει την τελευταία φορά που τη συνάντησα κι όταν την ρώτησα για την ζωή στην Καππαδοκία τα μάτια της δεν μπόρεσαν να κρύψουν τη λύπη «Ζούσαμε πάντα με το φόβο. Οι Τούρκοι ζητούσαν συνέχεια λεφτά για να μην μας πειράξουν. Κι ο παππούς μου για να προστατέψει την οικογένεια, ό,τι είχε το έδινε. Δούλευε το χειμώνα στο Γιαχανέ και το καλοκαίρι ήταν μαζί μας στα χωράφια. Οι γυναίκες έκαναν όλες τις δουλειές.»

Όταν ερχόταν οι Τσέτες, η γιαγιά Δέσποινα κρύβονταν στα μνήματα των Τούρκων. «Επειδή ήταν οι πέτρες- οι πλάκες υψηλές. Ένας δρόμος χώριζε τα σπίτια μας. Καθόμασταν πίσω από τις πέτρες και περιμέναμε να φύγουν για να επιστρέψουμε. Κάναμε και κουλούρια να έχουμε να τρώμε, αλλά εκείνη την ώρα ποιος είναι ψύχραιμος για να σκεφτεί και το φαγητό;»

Το 1924 ήρθε στην Ελλάδα. Για λόγους καραντίνας παρέμεινε είκοσι μέρες μαζί με τους άλλους πρόσφυγες αποκλεισμένοι . Κατέβηκαν, αφού πρώτα τους κούρεψαν τα μαλλιά τους. «Όλοι στεναχωρηθήκαμε πολύ. Εγώ από τότε μαλλί ξανά δεν έκοψα. Πολύς κόσμος πέθανε στη διάρκεια της διαδρομής. Εμείς χάσαμε ένα μικρό κοριτσάκι, δεν άντεξε το καημένο. Καθαριστήκαμε στη Δράμα, είχαμε συγγενείς εκεί, και μετά πήγαμε στην Αρίσβη. Όπου βρίσκαμε άδειο σπίτι, μπαίναμε».

«Ρίζωσε» στη Ροδόπη. Εργάστηκε τίμια και σκληρά και πρόκοψε. «Έστησε» την οικογένειά της με τον παππού τον Σταύρο και μεγάλωσαν τα παιδιά τους πάντα με κουβέντες για την Καππαδοκία. Πάντα με την πόρτα τους ανοιχτή για συγγενείς και φίλους. Εκεί, στο τίμιο νοικοκυρεμένο σπιτικό της την έβρισκα. Πετάγονταν σαν κοριτσάκι να με καλοδεχθεί και όταν ετοίμαζε τον καφέ, όλο και κάποια ιστορία ήταν έτοιμη να διηγηθεί. Με αλήθεια και καθαρότητα μοναδική στον λόγο της, με ευγένεια και σοφία ανεπιτήδευτη. Με την αγκαλιά της πάντα ανοιχτή. Με ένα καλό λόγο και μια ευχή να με συντροφεύει φεύγοντας…
Καλό «ταξίδι» γιαγιά Δέσποινα.

ert

enloutrakio

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button